Το συγκρότημα Encardia και η ταινία του Αγγελου
Κοβότσου «Encardia, η πέτρα που χορεύει» μας οδηγούν στη ζωντανή μουσική και
γλωσσική παράδοση των ελληνόφωνων του Σαλέντο
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 27/10/2012
Oι Encardia με τη Φράνκα Ταραντίνο κοντά στο
Οτραντο, σε ταραντέλα
ΠΡΩΤΗ
ΗΜΕΡΑ
Γράφω στην πλατεία του Οστούνι, βόρεια του Μπρίντεζι. Ενα λευκό χωριό
χτισμένο στην κορυφή ενός λόφου που δεσπόζει σε μια θάλασσα από ελιές. Στο βάθος
η Αδριατική. Φύγαμε χθες από την Πάτρα, με το πλοίο «Ionian Queen» των Endeavor
Lines, καλεσμένοι του συγκροτήματος Encardia, του σκηνοθέτη της ταινίας
«Encardia, η πέτρα που χορεύει» Αγγελου Κοβότσου και του
παραγωγού της ταινίας Γιώργου Πουλίδη. Το προηγούμενο βράδυ στο
πλοίο μαθήματα ταραντέλας από τον Βαγγέλη Παπαγεωργίου και τον
Κώστα Κωνσταντάτο, «ψυχές» του Encardia. Χορέψαμε.
Ο Routard μου γράφει πως το Οστούνι μοιάζει με αλγερινή κάσμπα. Οχι. Είναι
η Νότια Ιταλία. Η λευκότητα στον ήλιο, το μπαρόκ, η οπερατική ατμόσφαιρα. Βόλτα
στο χωριό. Σταματάμε στο «L' Ulivo che canta» (Η ελιά που τραγουδάει), το
υπόγειο εργαστήριο του Τονίνο Τσούρλο, ξυλογλύπτη, μουσικού και
ποιητή. Δουλεύει αποκλειστικά με το ξύλο της ελιάς, που το μεταμορφώνει. Οι
Encardia τον ξέρουν. Τον προσκαλούν σε μία από τις συναυλίες τους, τις επόμενες
ημέρες, στο χωριό Καλημέρα. Θα τον δούμε και στην ταινία του Κοβότσου.
Το βράδυ στη Σπέκια. Φθάνουμε γύρω στις 8.30 μ.μ. σε αυτό το
καλοδιατηρημένο χωριό στον δρόμο προς τη μύτη του Λέτσε, τη Σάντα Μαρία ντι
Λέουκα. Στο χωριό γίνεται το «Τσίνεμα ντελ Ρεάλε», ένα φεστιβάλ ντοκυμαντέρ που
θα κλείσει με την ταινία του Κοβότσου. Η κεντρική πλατεία, όπου γίνεται το
φεστιβάλ, στην εσωτερική αυλή του Καστέλο του χωριού, κανονικό σκηνικό. Εχει
πέσει το σκοτάδι, ατμόσφαιρα χλιαρή, ένας γάμος στην εκκλησία, πυροτεχνήματα και
παγωτό στο παγωτατζίδικο Μαρτινούτσι, που είναι μέσα στο Καστέλο. Καταπληκτική
cassata siciliana.
Οι Encardia παίζουν στην πλατεία λίγο πριν από την προβολή της ταινίας του
Κοβότσου. Κάνω μια μικρή συνέντευξη με τον Λουίτζι ντε Λούκα,
αντιπρόεδρο του Puglia Film Commission, ενός τοπικού δημόσιου οργανισμού που
χρηματοδοτεί ταινίες κάθε είδους με θέμα την Απουλία ή που γυρίζονται στην
Απουλία, για τη δημιουργία θέσεων εργασίας και για την εμπλοκή τού τοπικού
καλλιτεχνικού και τεχνικού δυναμικού. Βόλτα στο χωριό. Στη salumeria της
κεντρικής πλατείας βλέπω για πρώτη φορά τα φρίζε, μεγάλα κροκάν ψωμιά που τα
βρέχουν με ντομάτα, βασιλικό και τυρί, σαν τους δικούς μας τάκους. Αγοράζουμε
μια σακούλα με μικρά φρίζε, τα φριζελίνε, με φοινόκιο, και τα τρώμε με
μορταδέλα, συνοδεία τοπικής μπίρας.
Το θέμα του εφετινού φεστιβάλ είναι «Κρίση, έρωτας, τρέλα». Η ταινία του
Κοβότσου προβάλλεται τελευταία και συναντάει πολύ καλή υποδοχή, αν και στη
συντομευμένη εκδοχή της. Παρουσιάζει την αναζήτηση και την έρευνα των Encardia
στη μουσική των ελληνόφωνων χωριών της Ιταλίας και επιμένει στη γλωσσική
διάσταση, συνδυάζοντας την περιοχή του Σαλέντο με ένα σχολείο της Μήλου, όπου ο
Βαγγέλης Παπαγεωργίου εργάζεται ως δάσκαλος. Η ταινία αρέσει πολύ και
βραβεύεται.
Η απονομή των βραβείων, από τον Πάολο Πιζανέλι,
καλλιτεχνικό διευθυντή του Φεστιβάλ, και τον περιφερειάρχη του Σαλέντο,
Νίκι Βέντολε. Μελαχρινός, με σκουλαρίκι, μοιάζει πολύ με τον
Μπουτάρη. Μιλάει για το marketing territoriale και για το πώς η
Ιταλία, μετά τον Πόλεμο και τον φασισμό, έγινε μια μεγάλη χώρα (και) χάρη στο
σινεμά της, χάρη στον Ντε Σίκα, τον Παζολίνι, τον
Βισκόντι. Μεταξύ των βραβευμένων, εκτός από τον Κοβότσο, η
Ινγκε Φελτρινέλι και η μεγάλη κυρία του ευρωπαϊκού ντοκυμαντέρ
Τσετσίλια Μαντζίνι, μια μορφή που μοιάζει να βγαίνει από
αγροτικά νεορεαλιστικά δράματα.
ΔΕΥΤΕΤΗ
ΗΜΕΡΑΤο πρωί βόλτα στο Λέτσε. Στη Βία Βιτόριο Εμμανουέλε,
μπαίνουμε στο βιβλιοπωλείο «Liberrima, esperianza di gusto», η εμπειρία του
Σαλέντο μέσα από τα βιβλία, τον καφέ, το κρασί, τα τοπικά προϊόντα. Αγοράζουμε
βιβλία μαγειρικής και το μυθιστόρημα του Ρόκο Απρίλε «Il Sole e
il Sale», ένα μυθιστόρημα griko-salentino, δηλαδή επικεντρωμένο στην κουλτούρα
και στους ανθρώπους των ελληνόφωνων του Σαλέντο (συγκεντρωμένοι σε εννιά χωριά).
Ο Ρόκο, γεννημένος το 1929, είναι ο άνθρωπος που άνοιξε τον δρόμο για τη
διάσωση αυτής της κουλτούρας. Αυτός έφερε τον Παζολίνι στο Καλημέρα στις 21
Οκτωβρίου 1975, και λίγο προτού βρεθεί δολοφονημένος σε μια παραλία της Ρώμης,
είχε δηλώσει ότι θα δουλέψει γι' αυτόν τον ιδιαίτερο πολιτισμό. Σύμπτωση που το
ίδιο πρωί η εφημερίδα «Corriere della Sera», στις ειδικές σελίδες της τοπικής
έκδοσης «Cultura di Corriere del Mezzogiorno» είχε ένα αφιέρωμα στην επίσκεψη
του Παζολίνι. «Il poeta - regista incontro il griko».
Το απόγευμα στο Κοριλιάνο ντ' Οτραντο, το ένα από τα τρία ελληνόφωνα χωριά
που θα επισκεφθούμε. Εχω ως βοήθημα τον οδηγό του Slow Food για το Σαλέντο, με
ειδικό κεφάλαιο στην Grecia Salentina και τα εννιά χωριά της. Το χωριό έχει
μεγάλη αγροτική παράδοση, όπου αποτυπώνεται και η μνήμη της μιζέριας, της
φτώχειας, της μετανάστευσης. Αλλωστε το ταραντίσμο, μια κατάσταση επιληψίας που
αποδίδεται στο τσίμπημα της αράχνης ταραντούλα, έχει σχέση με την «αρρώστια των
γυναικών», τη σεξουαλική στέρηση από την πολύχρονη απουσία των ανδρών τους. Ο
εξορκισμός γίνεται με την ταραντέλα.
Το χωριό μοιάζει να βγαίνει μέσα από τη γεωγραφία του Πιραντέλο.
Βλέποντας αυτά τα χωριά, μπορείς να καταλάβεις τη λογοτεχνία και τη μουσική της
Κάτω Ιταλίας. Η μουσική των ελληνόφωνων αγροτών ήταν ενταγμένη στο μουσικό
ιδίωμα του Σαλέντο, αλλά με γλώσσα έκφρασης τα γκρικάνικα, γλώσσα πολύ ποιητική
και τραγουδιστή. Το Κοριλιάνο, όπως τα περισσότερα χωριά, έχει το καστέλο, την
πιάτσα, τις εκκλησίες με τις μπαρόκ προσόψεις. Μόνο ηλικιωμένοι στους δρόμους,
οι νέοι έχουν φύγει, όπως σε όλο τον ιταλικό Νότο.
Προς το βράδυ, στη μασερία των Αβαντατζάτο. Ενα αγρόκτημα, ενταγμένο στον
αγροτουρισμό, όπου μορφή είναι ο 90χρονος Τζοβάνι Αβαντατζάτο,
ερασιτέχνης μουσικός, ακορντεονίστας (στην τοπική εκδοχή του οργκανέτο), μα
κυρίως γκρικάνος. Αγοράζω έναν δίσκο με τη μουσική και τη φωνή του. Μαζί του, η
γυναίκα του Αντζολίνα. Τη μασερία διευθύνει ο γιος τους
Ρόκο, που μιλάει γκρικάνικα, παίζει μουσική κι έχει μετατρέψει
τη μασσερία σε κέντρο πολιτισμού, με θέατρο και ένα μικρό πάρκο επεξεργασίας της
πέτρας. Ο Ρόκο, που δούλευε μηχανικός στη Ρώμη, έχει επιστρέψει οριστικά στο
χωριό του. Είναι παντρεμένος με Γερμανίδα αλλά προσπαθεί να μεταδώσει στα παιδιά
του την κουλτούρα και τη γλώσσα των γκρίκο.
Στο θέατρο του αγροκτήματος προβάλλεται αργότερα η ταινία του Κοβότσου στην
πλήρη μορφή της. Αρέσει πολύ. Είναι ενδιαφέρων ο συνδυασμός της γκρικάνικης
γλωσσικής και μουσικής κουλτούρας με ένα ελληνικό συγκρότημα, τους Encardia, που
όχι μόνο δουλεύουν με αυτή την παράδοση, αλλά και δημιουργούν πάνω σε αυτή. Στην
ταινία παρελαύνει όλος ο κόσμος των γκρικάνων και τα γυρίσματα στα ελληνόφωνα
χωριά δημιουργούν ένα ντοκυμαντέρ μουσικής ανθρωπογεωγραφίας. Σε κάποια στιγμή
της ταινίας εμφανίζεται ο Φράνκο Κορλιανό, ο δημιουργός του
πασίγνωστου τραγουδιού «Αντρα μου πάει». Δεν είναι παραδοσιακό, αλλά έχει
ταυτιστεί με την αναγέννηση της γκρικάνικης κουλτούρας. Μου αρέσει η βιωματική
ιστορία πίσω από το τραγούδι. Στον σιδηροδρομικό σταθμό του Λέτσε, το τρένο με
τον μετανάστη φεύγει για τη Γερμανία, η γυναίκα του τον αποχαιρετά, αυτός δεν
την κοιτάζει, γιατί αν ανοίξει τα μάτια του δεν θα μπορέσει να φύγει.
Αργά τη νύχτα, γλέντι και ταραντέλες με τους Encardia. Κυλάει κόκκινο κρασί
negroamaro (μαυρόπικρο), τοπική ποικιλία που μάλλον συγγενεύει με το ξινόμαυρο,
και ο Ρόκο μας χαρίζει έναν δίσκο με μουσική salentina, ηχογραφημένη στο θέατρο
του κτήματος. Περιλαμβάνει και ένα τραγούδι των Encardia, πρωτότυπη δημιουργία
στο γκρικάνικο ύφος, με τίτλο «Σάντου Πάουλου» (Αγιος Παύλος).
ΤΡΙΤΗ
ΗΜΕΡΑ
Το πρωί στο Οτραντο. Είναι το ανατολικότερο σημείο της Ιταλίας, το
πλησιέστερο στις αλβανικές ακτές. Ηρθαμε να δούμε το μεγάλο έργο του Κώστα
Βαρώτσου, που στο λιμάνι της πόλης έχει μετατρέψει σε γλυπτό το πλοίο με τους
αλβανούς λαθρομετανάστες που βύθισε η ιταλική ακτοφυλακή πριν από χρόνια. Στο
Οτραντο είναι όμως και η έδρα της εταιρείας Anima Mundi, που ειδικεύεται στη
μουσική του Σαλέντο - και στην γκρικάνικη.
Το απόγευμα στη Στερνατία, που στα γκρίκο αποκαλείται «χώρα μου». Είναι το
κεφαλοχώρι των ελληνόφωνων. Στην εσωτερική αυλή ενός παλιού μοναστηριού, που
τώρα είναι δημοτικό κτίριο, συναντάμε τον Τζιόρτζιο Φιλιέρι.
Είναι καθηγητής ελληνικών (τα ελληνικά διδάσκονται τα τελευταία χρόνια στα
τοπικά σχολεία) και έχει μουσικό συγκρότημα για τη διαφύλαξη της μουσικής
παράδοσης του Σαλέντο. Πολιούχος του χωριού είναι ο Σαν Ρόκο. Την ημέρα της
γιορτής του, στις 16 Αυγούστου, το χωριό μετατρέπεται σε κέντρο εκδηλώσεων.
Είναι ταυτόχρονα και γιορτή των λαμπιονιών, όπου ροκοκό ξύλινες κατασκευές με
φωτάκια δημιουργούν τις τοπικές φαντασμαγορίες. Εδώ δημιουργήθηκε πριν από 35
χρόνια ο σύλλογος «Χώρα μου», ο πρώτος για την ελληνική παράδοση και γλώσσα. Ο
Φαλιέρι μας λέει μια καταπληκτική ιστορία: ήταν τόσο περίκλειστος ο τόπος, που
οι ελληνόφωνοι νόμιζαν ότι μόνο αυτοί υπάρχουν στον κόσμο που μιλούν ελληνικά.
Επισκεπτόμαστε ένα υπόγειο ελαιοτριβείο, που τώρα έχει μετατραπεί σε
μουσείο. Δεν έχω ξαναδεί υπόγειο ελαιοτριβείο, ένα είδος μεγάλης φυσικής κάβας,
λαξευμένης στον βράχο, όπου σε σταθερές θερμοκρασίες δούλευαν άνθρωποι και ζώα
για τη σύνθλιψη της ελιάς. Βγαίνοντας, φωτογραφίες craunari, δηλαδή
καρβουνιάρηδων, δείχνουν μια άλλη δραστηριότητα, κάρβουνο από βελανιδιές, μέσα
από κωνικούς σωρούς που καίγονται, όπως γινόταν παλιά στα Επτάνησα.
Η έδρα του συλλόγου «Χώρα μου» είναι στο παλάτι του τοπικού μαρκήσιου. Μέσα
σε αυτό αισθάνομαι σαν να κατοικώ αυτοβιογραφικές σελίδες του Λαμπεντούζα. Η
στιγμή της μεγάλης συγκίνησης είναι η απαγγελία ποιημάτων στα γκρίκο από τον
Γκαετάνο Μαστρολία. Μια ποίηση τόσο αρμονική, μια γλώσσα και
ένας ήχος που έρχονταν από πολύ παλιά. Αναγνωρίζουμε ένα ποίημα του Βίτο
Ντομένικο Παλούμπο, μορφή των γκρίκο από το χωριό Καλημέρα. «Ασπρον ε
το χαρτίν/ άσπρο το χιόνι/ άσπρον ε το χαλάζι τσε άσπρι οι κρίνοι/ άσπρο το
σφόνδυλό σου τσε ε βραχιόνοι». Φαντάζομαι πως κάπως έτσι θα απάγγελλαν τον
«Ερωτόκριτο» και όλη την ομοιοκατάληκτη λαϊκή ποίηση. Πραγματικά μια επιβίωση
που με άφησε άφωνο. Αργά, στην πλατεία του χωριού προβάλλεται η ταινία του
Κοβότσου. Και πάλι αποθέωση. Και μετά οι Encardia, ταραντέλες, χορός.
ΤΕΤΑΡΤΗ
ΗΜΕΡΑ
Το πρωί στο Λέτσε. Βόλτα στην τοπική αγορά. Δοκιμάζουμε φάβα κουκιών
(κουτσία στα τοπικά ελληνικά) με βρασμένο τσικόριε από πάνω, το πικρό ραδίκι που
δημιουργεί την αντίθεση του γλυκού - πικρού. Το συνοδεύουμε με ένα παγωμένο
galatina, ροζέ κρασί από την περιοχή της πόλης Galatina, που παρά το όνομά της
(γάλα) φημίζεται για το κρασί της.
Το απόγευμα στο Καλημέρα, το τελευταίο ελληνόφωνο χωριό του οδοιπορικού
μας, με το Casa Museo della Civilta Contadina e della Cultura Grica (Μουσείο
Αγροτικού Πολιτισμού και Ελληνικής Κουλτούρας). Μέσα από αντικείμενα,
φωτογραφίες και εκδόσεις, η γκρικάνικη αγροτική κουλτούρα. Ο κοινός κόσμος της
Μεσογείου. Λίγο πριν στο Καφέ Βιτόρια, της κεντρικής πλατείας, εκπληκτικό παγωτό
και caffe in ghiaccio, ένας καφές «σπασμένος» με latte di mandorla (γάλα
πικραμύγδαλου) και πάγο, που τον επινόησε ο Αντόνιο Κουάρτα στο
μπαρ Αβιο του Λέτσε, και αποτελεί τοπική «διασημότητα». Στην κάβα του χωριού
βρίσκουμε το κρασί «Κλάμα» (στα ελληνικά η ετικέτα), κόκκινο negroamaro.
Και μετά η μεγάλη στιγμή. Η προβολή της ταινίας του Κοβότσου και η συναυλία
των Encardia. Η στιγμή είναι μοναδική γιατί μετά από πολλά χρόνια ανεβαίνουν στη
σκηνή μαζί ο Ρομπέρτο Λίτσι και η αδελφή του
Φραντσέσκα, που τραγουδούν και παίζουν με το ελληνικό
συγκρότημα. Ο Ρομπέρτο και η Φραντσέσκα είναι ιστορικές μορφές της μουσικής των
γκρίκο, που τους πρωτογνωρίσαμε στον δίσκο του Πελοποννησιακού Λαογραφικού
Ιδρύματος «Η ελληνική μουσική παράδοση της Κάτω Ιταλίας». Είχε κυκλοφορήσει στις
αρχές του '80 σε επιμέλεια των Λάμπρου Λιάβα και Νίκου
Διονυσόπουλου. Στη σκηνή ανέβηκαν κι άλλοι, όπως ο Φράνκο
Κορλιανό και η Εντσα Πανιάρα, επίσης σημαντική
μορφή της μουσικής salentina. Και ύστερα η απελευθέρωση της ταραντέλας και της
ταραντέλας πίτσικα, η δική μας μεταμόρφωση μέσα από μια άλλη
μανία.
πότε &
πού:
Η ταινία «Encardia, η πέτρα που χορεύει» του Αγγελου
Κοβότσου, παραγωγής Γιώργου Πουλίδη, προβάλλεται από την Πέμπτη 1 Νοεμβρίου στη
Λαΐδα - Τανιοθήκη της Ελλάδος. Το συγκρότημα Encardia αποτελείται από τους Κώστα
Κωνσταντάτο, Βαγγέλη Παπαγεωργίου, Μιχάλη Κονταξάκη, Δημήτρη Τσεκούρα, Αναστασία
Δουλφή, Ναταλία Κοτσάνη, Γιάννα Χαμαλέλη, Κωνσταντίνα Καλκάνη.
http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=481014