Βαλκανικές φαντασιώσεις στις όχθες του Βαρδάρη
Τα Βαλκάνια είναι μια περιοχή της Ευρώπης όπου το παρόν
χάνει συχνά την αξία του και γίνεται σκηνικό βάθους για το παρελθόν –για
μια εξωραϊσμένη αρχαιότητα, που αποτελεί αντίδοτο στα αδιέξοδα του
παρόντος. Οι λαοί των Βαλκανίων έχουν την τάση να συνεπαίρνονται από τη
βυθομέτρηση στο παρελθόν, από περίτεχνα παίγνια με χίμαιρες αλλά και
επικίνδυνες φαντασιοκοπίες. Όλα αυτά μπορεί να συνεπαίρνουν το συλλογικό
φαντασιακό των βαλκανικών λαών, που παλεύουν για να ξεφύγουν από τη
μιζέρια του παρόντος, αλλά αποτελούν ταυτόχρονα ένα εύφλεκτο μείγμα που
υποθηκεύει το μέλλον τους. Πουθενά αυτό όμως δεν φαίνεται καλύτερα από
την περίπτωση των Σκοπίων, της πρωτεύουσας της Πρώην Γιουγκοσλαβικής
Δημοκρατίας της Μακεδονίας, που φιλοδοξεί να δημιουργήσει στο κέντρο της
ένα ιστορικό θεματικό πάρκο, το Project Skopjie 2014, ένα σχέδιο
ανάπλασης και χωροθέτησης της πόλης, τα μνημειακά εκθέματα του οποίου
αποτελούν κατά μια άποψη μνημείο βαλκανικής εθνικιστικής μεγαλομανίας.
Η προκήρυξη των πρόωρων εκλογών στη χώρα την Κυριακή 5
Ιουνίου του 2011, ήταν και η αφορμή για να ταξιδέψουμε στα Σκόπια. Το
κυβερνών εθνικιστικό κόμμα VMRO-DPMNE υποκύπτοντας στις πιέσεις της
αντιπολίτευσης του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος (SDSM), διέλυσε τη Βουλή
της χώρας προκηρύσσοντας πρόωρες εκλογές με την ελπίδα ότι θα τις
ξανακερδίσει. Πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το VMRO-DPMNE θα
ξαναβγεί πρώτο κόμμα, αν και θα έχει αποδυναμωθεί αρκετά. Όπως και να
‘χει η συνταγή της χρησιμοποίησης των εθνικών προβλημάτων για εσωτερική
κατανάλωση δείχνει να αποδίδει σ’ αυτή τη μικρή χώρα που βρίσκεται
κυριολεκτικά στριμωγμένη στη μέση των Βαλκανίων…
Ταξιδέψαμε λοιπόν βόρεια, ακολουθώντας κόντρα τη ροή του ποταμού
Αξιού ή Βαρδάρη. Προορισμός μας η πρωτεύουσα ενός μικρού και νεότευκτου
γειτονικού μας κράτους, το οποίο και αναδύθηκε μέσα από το θολό «τοπίο
στην ομίχλη», που προέκυψε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 από τη
διάλυση της πρώην ενιαίας Γιουγκοσλαβίας. Κτισμένη στις όχθες του
ποταμού Βάρνταρ, όπως είναι γνωστός ο Αξιός στην τοπική γλώσσα, η
πρωτεύουσα της λεγόμενης «Δημοκρατίας της Μακεδονίας», τα Σκόπια, είναι
μια πολυεθνική πόλη 700.000 κατοίκων, που είναι ασφυκτικά περικυκλωμένη
από ψηλά και μονίμως χιονισμένα βουνά, καθώς κι απ’ όλη την κακοδαιμονία
των Βαλκανίων. Για να ξορκίσει αυτούς τους δαίμονες η κυβέρνηση των
Σκοπίων εγκατέστησε στην πόλη τέσσερα λιοντάρια που έχουν ύψος πέντε
μέτρα και βάρος 5,5 τόνους το καθένα. Προσπερνώντας με ανάμεικτα
συναισθήματα αυτούς τους νέους «φύλακες της πόλης» αναρωτηθήκαμε αν τα
2,4 εκατομμύρια Ευρώ που ξόδεψε η κυβέρνηση της χώρας αποτελούν έγκλημα
σπατάλης για μια φτωχή χώρα σε μια περίοδο μάλιστα κρίσης.
Τα γκρίζα νερά του Βαρδάρη ακολουθούν απρόσκοπτα την πορεία τους προς
νότο αδιαφορώντας για το γεγονός πως η σημερινή κυβέρνηση της χώρας
αποφάσισε να αφιερώσει τις όχθες του ποταμού σ’ ένα project αφιερωμένο
στην εθνικιστική μεγαλομανία της. Ονομάζεται «Σχέδιο Σκόπια 2014»
(Project Skopjie 2014) και φιλοδοξεί να καταστήσει την πρωτεύουσα της
γειτονικής μας χώρας ένα είδος «αρχαιολατρικού θεματικού πάρκου», τα
αγάλματα του οποίου όμως έχουν απροκάλυπτα κλαπεί από την ιστορία των
άλλων βαλκανικών λαών: από τον Φίλιππο και τον Μέγα Αλέξανδρο μέχρι τον
Ρωμαίο Αυτοκράτορα Ιουστινιανό και από τους Θεσσαλονικείς Κύριλλο και
Μεθόδιο και τον Τσάρο Σαμουήλ μέχρι και τον Βούλγαρο επαναστάτη Γκότσε
Ντέλτσεφ.
Πρόκειται για το μεγαλύτερο δημόσιο έργο που κατασκευάστηκε ποτέ στη
γειτονική μας χώρα. Διακόσια εκατομμύρια ευρώ είναι υπερβολικά μεγάλο
ποσό για μια φτωχή μικρή βαλκανική χώρα, όπου οι τέσσερις στους δέκα
κατοίκους της είναι μακροχρόνια άνεργοι. Κι όμως το Project Skopjie 2014
θεωρείται ύψιστη προτεραιότητα από την εθνικιστική κυβέρνηση της χώρας
καθώς χρησιμοποιείται για εσωτερική κατανάλωση, προκειμένου να αποσπάσει
φτηνούς πολιτικούς πόντους από ένα εκλογικό σώμα που έχει μετατοπιστεί
τελευταία προς όλο και πιο ακραίες θέσεις.
Ένα από τα μνημεία που είναι υπό κατασκευή και προκαλούν εύλογα
ερωτήματα, ειδικά στην ελληνική πλευρά, είναι εκείνο του Μεγάλου
Αλεξάνδρου στο κέντρο των Σκοπίων. Ήδη έχει κατασκευαστεί η βάση του,
ύψους δέκα μέτρων, πάνω στην οποία θα τοποθετηθεί το άγαλμα του Μακεδόνα
Στρατηλάτη, έφιππου πάνω στον Βουκεφάλα. Ενώ οι πληροφορίες λένε πως το
άγαλμα, που παραγγέλθηκε στην Ιταλία, βρίσκεται ήδη στα Σκόπια.
Το συνολικό ύψος του μνημείου θα είναι 22 μέτρα, δηλαδή θα έχει το
μέγεθος μιας εξαόροφης οικοδομής! Είναι προφανές πως η κατασκευή αυτού
του μνημείου γίνεται για καθαρά προπαγανδιστικούς λόγους, προκειμένου η
λεγόμενη «Δημοκρατία της Μακεδονίας» να κατοχυρώσει μια
«αρχαιομακεδονική» ιστορική ταυτότητα, διεκδικώντας ένα από τα πιο
ένδοξα πρόσωπα του αρχαίου ελληνικού κόσμου, που με τόσο πάθος μετέφερε
τον ελληνικό πολιτισμό ως τα πέρατα της Ανατολής: τον Αλέξανδρο.
Τι λένε όμως για όλα αυτά και ειδικά για το αμφιλεγόμενο Project Skopjie 2014 οι σκεπτόμενοι κάτοικοι των Σκοπίων και ειδικά οι άνθρωποι των Media και της Τέχνης;
Η αλήθεια είναι πως υπάρχουν αρκετές φωνές στα Σκόπια που διαφωνούν.
Για τον Ζόραν Ιβάνοφ, δημοσιογράφο και πρώην κυβερνητικό εκπρόσωπο της
σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης του Μπράνκο Τσερβενκόφσκι, που σήμερα
βρίσκεται στην αντιπολίτευση, όλο αυτό το Project είναι μια αχρείαστη
οικονομική σπατάλη –τη στιγμή μάλιστα που από τη χώρα λείπουν βασικές
υποδομές. Μια σπατάλη χάρη στην οποία όμως η Κυβέρνηση του εθνικιστικού
VMRO-DPMNE εκμεταλλεύεται τα συναισθήματα των Σλαβομακεδόνων της χώρας.
Συναντήσαμε τον Ζόραν Ιβάνοφ σ’ ένα καφέ στο κέντρο των Σκοπίων και ήταν
ιδιαίτερα επικριτικός απέναντι στα σχέδια της κυβέρνησης: «Είμαι
γέννημα θρέμμα Σκοπιανός, απ’ αυτή τη συνοικία όπου καθόμαστε τώρα. Δεν
είμαι ευχαριστημένος με αυτό που συμβαίνει τώρα στην πόλη μου όπως δεν
ήμουνα και πριν, όταν δε συνέβαινε τίποτα. Το Project Skopjie 2014
προκάλεσε πολύ έντονες αντιδράσεις, κυρίως από τους ειδικούς και από
τους κύκλους του πολιτισμού, της πολεοδομίας και της αρχιτεκτονικής και
από ένα τμήμα καλλιτεχνών, δηλαδή από ανθρώπους που καταλαβαίνουν πως
πρέπει να είναι ένα σύγχρονο αστικό περιβάλλον. Μου φαίνεται πως το
σχέδιο είναι αποτέλεσμα μιας πολιτικής βούλησης που δεν ανταποκρίνεται
στις ανάγκες της πόλης ούτε και στις ανάγκες των σημερινών και
μελλοντικών γενεών.
Το Project Skopjie 2014 δεν είναι κάτι το αναγκαίο και δεν θα έπρεπε
να κατασκευαστεί συμπεριλαμβανομένου και του μνημείου του Μέγα
Αλέξανδρου. Η κυβέρνηση του Γκρουέφσκι έχασε τον προσανατολισμό γιατί
όταν θα περάσουν πέντε-δέκα χρόνια ο κόσμος θα καταλάβει ότι ξοδεύτηκαν
χρήματα για άχρηστες κατασκευές εις βάρος της καλύτερης ζωής των
μελλοντικών γενεών. Αυτή η κυβέρνηση δεν επενδύει στο μέλλον, επενδύει
στο παρελθόν και αυτό είναι το απόλυτο λάθος της σχετικά με τον
καθορισμό των αναπτυξιακών προτεραιοτήτων της Μακεδονίας».
Γιατί η Κυβέρνηση της χώρας σας κατέφυγε σ’ αυτό το είδος
μνημειακής αρχιτεκτονικής, που παραπέμπει στις εποχές του κομμουνιστικού
παρελθόντος όταν τα καθεστώτα στην Ανατολική Ευρώπη έκτιζαν
σοσιαλ-ρεαλιστικά μνημεία το μέγεθος των οποίων συμβόλιζε την συντριβή
της ατομικότητας από τη συλλογικότητα;
«Καταλαβαίνω την υπόδειξη στην ερώτησή σας και συμφωνώ ότι η
πλειοψηφία των κτιρίων μοιάζουν αφύσικα φυτεμένα σε αυτό το άδειο χώρο,
στις όχθες του ποταμού. Δεν ξέρω ακριβώς το σκοπό της κυβέρνησης, αλλά
μπορώ να υποθέσω πως θέλει να αφήσει κάποια ίχνη ή να χτίσει κάτι στην
πόλη… Όμως πιστεύω ότι στην ουσία θέλει να αφήσει το σημάδι μιας
πολιτικής συγκυρίας, μιας διακυβέρνησης και ενός πρωθυπουργού, για να
μπορούν μετά να μιλάνε οι επόμενες γενιές ποιος το έκανε…
Υπάρχουν σίγουρα και κτίρια που θα βρουν τη χρήση τους, όπως το
Θέατρο, ένα τμήμα του Μουσείου, το κτίριο του Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Ενοχλεί όμως που μετά βίας φέρουν ένα αρχιτεκτονικό στυλ που δεν είναι
κατάλληλο για αυτά, με την επίφαση ότι πρόκειται για ‘’ευρωπαϊκά
κατοχυρωμένη αρχιτεκτονική άποψη’’. Όντας στον 21ο αιώνα
είμαι υποστηρικτής του σύγχρονου σχεδίου, εκείνου που φέρνει η σύγχρονη
τεχνολογία και ο νέος τρόπος αστικής ζωής, οι νέες ανάγκες των ανθρώπων.
Η επιστροφή στα παλιά ίσως αναβιώνει αναμνήσεις και συναισθήματα –ένα
είδος εθνο-ρομαντισμού– αλλά πρακτικά δεν φέρνει τίποτα καλό στους
ανθρώπους».
Τι πρέπει να γίνει δηλαδή κύριε Ιβάνοφ, ειδικά στις σχέσεις της χώρας σας με το νότιο γείτονά σας, την Ελλάδα;
«Θα ήταν καλό να παραμερίσουμε την πολιτική και να στραφούμε στη
συνεργασία μεταξύ των πολιτών των δύο χωρών, διότι μόνον αυτό θα
επιφέρει την ευημερία μας. Δε λέω πως οι διαφορές μας με την Ελλάδα
μπορεί εύκολα να λυθούν. Αλλά η ‘’Δημοκρατία της Μακεδονίας’’, εφόσον
είναι αυτή που επιθυμεί να μπει στην Ευρωπαϊκή Ένωση και όχι η Ελλάδα,
είναι υποχρεωμένη να πάρει την πρωτοβουλία των κινήσεων και να κάνει
προτάσεις προς επίλυση των διμερών διαφορών μας. Η χώρα μας πρέπει να
αναλάβει πρωτοβουλίες και να πείσει τους πολίτες της πως η λύση, ο
δρόμος προς την Ε.Ε. και το άνοιγμα της εισόδου στο ΝΑΤΟ περνάνε,
αναγκαστικά, μέσα από την Αθήνα»…
Οι φημολογίες, τα σενάρια και οι θεωρίες συνωμοσίας σχετικά με το
Project Skopjie 2014, δεν λένε να κοπάσουν. Κάποιες από αυτές εμπλέκουν
γύρω από τη χρηματοδότηση αυτού του σχεδίου και τον ζάμπλουτο χρηματιστή
Τζορτζ Σόρος, τα ιδρύματα του οποίου στην ανατολική Ευρώπη αποτελούν
‘’κόκκινο πανί’’ για τους εθνικιστές. Συναντήσαμε τον θεατρικό σκηνοθέτη
και καθηγητή στη Δραματική Σχολή των Σκοπίων, Βλάντιμιρ Μίλτσιν, ο
οποίος είναι ταυτόχρονα και διευθυντής του παραρτήματος του Ιδρύματος
Σόρος στη Μακεδονία…
Γιατί κύριε Μίλτσιν έχετε βρεθεί στο στόχαστρο των εθνικιστών στη χώρα σας;
«Είμαι ένας από αυτούς που πιστεύουν πως η πολυπολιτισμικότητα είναι
μία κρίσιμη διάσταση της σύγχρονης κουλτούρας, και υπάρχουν καλλιτέχνες,
σκηνοθέτες, ηθοποιοί και ζωγράφοι που αφιέρωσαν τη ζωή τους σε μια ιδέα
που κτίζει γέφυρες ανάμεσα σε ανθρώπους και λαούς. Ζούμε δυστυχώς σε
μια περιοχή και σε μια εποχή όπου πολλοί άνθρωποι απορρίπτουν την ιδέα
της πολυπολιτισμικότητας, ακόμη και σημαντικοί πολιτικoι στην Ευρωπαϊκή
Ένωση απορρίπτουν αυτή την ιδέα της διαφορετικότητας και της
πολυεθνικότητας και αυτό είναι κάτι που δεν συνεισφέρει στην πρόοδο και
στην ειρήνη…»
Ποια είναι η θέση των καλλιτεχνών της πόλης σχετικά με το Project Skopjie 2014;
Οι καλλιτέχνες εδώ χωρίζονται πάνω κάτω σε τρεις ομάδες. Στην πρώτη
ανήκουν εκείνοι που έκαναν συμφωνία με τον εθνικισμό και με τους
πολιτικούς κι έχουν αναδειχθεί σε ‘’σπόνσορες’’ των εθνικών αξιών. Στη
δεύτερη ομάδα ανήκουν οι λεγόμενοι οπορτουνιστές, που κοιτούν να τα
έχουν καλά με όλους και να μη δημιουργούν προβλήματα στους πολιτικούς.
Στην τρίτη ομάδα ανήκουν οι καλλιτέχνες που δημόσια και καθαρά λένε πως
‘αυτό είναι λάθος’ και πως δεν πρέπει να κτίζουμε τείχη, αλλά γέφυρες.
Για παράδειγμα εδώ στα Σκόπια αυτή η ομάδα είναι έντονα αντίθετη με το
λεγόμενο “Project Skopjie 2014”, με την κατασκευή αυτών των μνημειακών
τερατουργημάτων, που στην ουσία σκοτώνουν το πνεύμα της πόλης. Γνωρίζω
αρκετούς κατοίκους του κέντρου της πόλης, όπως κι εγώ, που τώρα πλέον
αποφεύγουν να περάσουν από την κεντρική πλατεία των Σκοπίων γιατί δεν
τους αρέσει το θέαμα. Η πλατεία δεν ανήκει πλέον στους πολίτες, ανήκει
στην κυβέρνηση και στο κυβερνών κόμμα, που χρησιμοποιούν την περιοχή για
την προώθηση της προπαγάνδας τους στη Μακεδονία….»
Γιατί πιστεύετε δεν προωθείται μια συμβιβαστική λύση στο
ζήτημα της ονομασίας, που θα διευκόλυνε και την είσοδο της χώρας στην
Ευρωπαϊκή Ένωση;
Το 90% των κατοίκων της χώρας είναι υπέρ της ένταξης στην Ευρωπαϊκή
Ένωση και ταυτόχρονα ενάντια του οποιοδήποτε συμβιβασμού με την Ελλάδα
στο ζήτημα της ονομασίας, κι αυτό είναι κάτι το σχιζοφρενικό. Γιατί ο
κόσμος φοβάται πως θα χάσει ταυτόχρονα την εθνική ταυτότητα του, την
ονομασία της γλώσσας του κ.α. Νομίζω πως κατά κάποιο τρόπο είμαστε
αποκλεισμένοι και η κυβέρνηση μας το χρησιμοποιεί αυτό με σκοπό να
σταματήσει εντελώς τις μεταρρυθμίσεις στη χώρα, φορτώνοντας την ευθύνη
στην ελληνική κυβέρνηση που πάντα ‘’μας μπλοκάρει’’. Το χρησιμοποιεί
αυτό για να κινητοποιήσει τον κόσμο για να υπερασπιστεί το όνομα και την
ταυτότητα μας. Γενικά πιστεύω πως η κυβέρνηση μας παραπληροφορεί ειδικά
σε σχέση με τις θέσεις της ελληνικής πλευράς. Το να είναι η Μακεδονία
εκτός ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν εξυπηρετεί κανένα, όχι μόνο την
ίδια τη χώρα, αλλά και ολόκληρη την περιοχή. Όμως αυτή η απομόνωση
βολεύει ορισμένους πολιτικούς στη Μακεδονία, που θέλουν να κυριαρχήσουν
απόλυτα στο εσωτερικό, όπως κάποτε ο Μιλόσεβιτς στη Σερβία…»
Για τον Κλίμε Κόρομπαρ, διευθυντή του Μουσείου της Πόλης των Σκοπίων,
υπάρχει δυσαρμονία στο όλο Σχέδιο, καθώς από τη μια παραπέμπει σε μια
ξεπερασμένη μνημειακή σοσιαλ-ρεαλιστική αισθητική κι από την άλλη
αποτελεί λάθος «επένδυση» σε μια περίοδο σοβαρής οικονομικής κρίσης. Τον συναντήσαμε σ’ ένα παραδοσιακό καφέ της πόλης και σύντομα η κουβέντα μας άναψε:
Προς τι, κύριε Κόρομπαρ, όλη αυτή η αρχιτεκτονική και
κατασκευαστική κοσμογονία, που αλλάζει τη φυσιογνωμία του κέντρου των
Σκοπίων;
«Τα Σκόπια έγιναν απότομα πρωτεύουσα κράτους. Και αυτό, αναπόφευκτα,
συνεπαγόταν κάποια θέματα που έπρεπε να αντιμετωπιστούν άμεσα. Πρώτον,
κάποιες κρατικές αρχές δεν είχαν μέρος για στέγαση, επειδή νωρίτερα
ήμασταν τμήμα του ενιαίου κράτους της Γιουγκοσλαβίας. Με την
ανεξαρτητοποίηση τα Σκόπια, ως πρωτεύουσα, αναπόφευκτα έπρεπε πρώτα να
δημιουργήσουν εγκαταστάσεις για τις ανάγκες των κρατικών υπηρεσιών τους,
όπως των υπουργείων –κάτι που ήταν απαραίτητο. Επίσης, για ένα
μεγαλύτερο χρονικό διάστημα δεν κατασκευάζονταν κανένα μνημείο. Όμως
είναι πολύ κακό ότι όλα γίνανε μαζί. Δεν υπήρχε χρονική απόσταση για να
γίνουν όλα πιο μελετημένα. Και όταν κάνεις κάτι στα γρήγορα πάντα
γίνονται λάθη…
Γιατί όμως έπρεπε να γίνουν όλα αυτά μέσα σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης και μεγάλης ανεργίας;
«Πρέπει πρώτα να συλλάβετε την κεντρική ιδέα και μετά αυτή να σας
καθοδηγεί. Νομίζω ότι αυτό είναι το μεγάλο λάθος όσον αφορά στα μνημεία
που έχουν γίνει. Ειδικά σε μια οικονομική κρίση ξοδεύονται σημαντικοί
πόροι που δεν έπρεπε να δοθούν για αυτό. Έπρεπε να δοθούν στην
οικονομία, όπου το χρήμα μπορεί να αναπαραχθεί και να φέρει ευημερία
στους πολίτες.
Τα ίδια τα μνημεία δεν θα φέρουν ευημερία σε μια τέτοια οικονομική
κρίση. Αν υπήρχε καλός σχεδιασμός τους τότε ίσως θα έφερναν. Κατέληξαν
όμως μνημεία που δεν έχουν λόγο ύπαρξης. Όταν έχετε μια σωστή κεντρική
ιδέα τότε η πόλη θα έχει μνημεία που θα την σηματοδοτούν. Όταν όμως
κατασκευάζετε μνημεία ασήμαντων προσώπων τότε αυτά δεν έχουν κανένα
εκπαιδευτικό ρόλο για τις νέες γενιές. Τι είδος μήνυμα θέλουμε να
στείλουμε;»
Δεν έχουν όμως τέτοιες ανησυχίες όλοι. Για τον
φιλοκυβερνητικό δημοσιογράφο Βαλεντίνο Νικολόφσκι, παρουσιαστή Ειδήσεων
του Καναλιού Citel, δεν υπάρχει λάθος στην απόφαση της Κυβέρνησης να
προχωρήσει σ’ αυτό το τεράστιο κατασκευαστικό πρότζεκτ στο κέντρο των
Σκοπίων, καθώς ενισχύει σημαντικά την εθνική ταυτότητα των κατοίκων της
χώρας που έχουν παρασυρθεί για τα καλά από «αρχαιομακεδονικά» όνειρα.
Αφού μας οδήγησε στο ιδιαίτερο γραφείο του, που βρίσκεται στην καρδιά
του τηλεοπτικού καναλιού, μας εξέθεσε τις απόψεις του: «Η σωστή ερώτηση
για το ελληνικό κοινό δεν είναι γιατί κατασκευάζονται τόσο μεγάλα
μνημεία στα Σκόπια, αλλά γιατί κατασκευάζονται αυτά τα μνημεία. Γιατί
κατασκευάζεται το άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Βουκεφάλα στα
Σκόπια; Νομίζω πως αυτό είναι το πρόβλημα, και όχι το μέγεθος των
μνημείων; Και η απάντηση: Γιατί όχι;»
Είναι δηλαδή για σας πρωτίστως ζήτημα εθνικής ταυτότητας;
«Ναι, ζούσαμε κάποτε στη Γιουγκοσλαβία, που ήταν μια σοσιαλιστική
ομοσπονδία, και εκείνη την περίοδο η ‘’γιουγκοσλαβική ταυτότητα’’ ήταν
κοινή για όλους τους λαούς που ζούσαν εκεί. Μετά τη διάλυση της ήταν
πολύ φυσιολογικό να επιστρέψουμε στις προηγούμενες εθνικές ταυτότητες.
Γιατί; Γιατί απ’ όσο θυμάμαι τον εαυτό μου θυμάμαι πως γεννήθηκα
Μακεδόνας. Ο πατέρας μου ήταν επίσης Μακεδόνας, ο παππούς μου ήταν
επίσης Μακεδόνας. Μου το υπενθύμιζε συνέχεια αυτό, όταν ήμουν παιδί. Μου
έλεγε το ίδιο για τον πατέρα του και τον παππού του. Τίποτε δεν είχε
αλλάξει. Απλώς σήμερα εκφράστηκε με έναν τρόπο που δεν υπήρχε
προηγουμένως…»
Δεν ασπάζονται όμως τις επίσημες απόψεις οι περισσότεροι
δημοσιογράφοι της πόλης, που έχουν συχνά βρεθεί στο στόχαστρο της
Κυβέρνησης εξαιτίας της κριτικής που ασκούν. Ο Τζβέζνταν Γκεοργκιέφσκι
είναι δημοσιογράφος του εβδομαδιαίου περιοδικού Globus των Σκοπίων, που
κατανοεί πολύ καλά πως όλα αυτά δεν είναι παρά φαινόμενα της μακρόχρονης
περιόδου Μετάβασης που βιώνει η χώρα. Τι λέει όμως ο ίδιος για το
ζήτημα της εθνικής ταυτότητας, που απασχολεί όλο αυτό το διάστημα τους
περισσότερους κατοίκους της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας»; «Νομίζω πως
είμαι οπαδός των σύγχρονων θεωριών περί έθνους. Αυτό σημαίνει πως δεν
είναι σημαντικό αν προερχόμαστε ή όχι από τον Μέγα Αλέξανδρο. Ίσως για
κάποιους είναι σημαντικό ή αν οι Έλληνες κατάγονται ξέρω ‘γω από ποιους,
αλλά όχι για μένα»
Ναι αλλά λέτε πως είστε Μακεδόνας και αυτό είναι κάτι που
ενοχλεί την ελληνική πλευρά, ειδικά τους κατοίκους του ελληνικού
τμήματος της Μακεδονίας.
«Είμαι Μακεδόνας, κι αν ήμουν δύο δευτερόλεπτα Μακεδόνας αυτό ήταν…
Τέλος! Η ταυτότητά μου είναι πολύ λεπτά, πολύ καλά καθορισμένη σ’ αυτόν
τον τόπο, όπου ζούμε, όπου άκουγα τα παραμύθια, τους μύθους και ούτω
καθεξής. Η μετάβαση από τη Γιουγκοσλαβία προς ανεξάρτητο κράτος της
Μακεδονίας, ακόμη και για τη Μακεδονία δεν μεγάλο πρόβλημα. Η Μακεδονική
Γλώσσα ήταν μία από τις τρεις επίσημες γλώσσες που ήταν αναγνωρισμένες
στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Στα Ηνωμένα Έθνη τότε ομιλούνταν Μακεδονική
Γλώσσα και ζητούσαν διερμηνείς για Μακεδονική όταν ο Λάζαρ Μώυσοφ, ένας
διπλωμάτης μας, ήταν πρόεδρος της Γενικής Συνέλευσης εκείνη την εποχή
και μιλούσε μία από τις επίσημες γλώσσες. Ποτέ δεν αισθανόμασταν τίποτε
άλλο, τουλάχιστον από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ή από τη στιγμή που
θυμάμαι τον εαυτό μου, εκτός σαν Μακεδόνες. Έτσι, το ζήτημα της
ταυτότητας, το οποίο εν μέρει μας επιβλήθηκε, νομίζω ότι επιβλήθηκε από
ορισμένες πολιτικές επιλογές. Για μένα δεν υφίσταται. Δεν μπορεί να
επινοηθεί με οποιαδήποτε συμφωνία στα Ηνωμένα Έθνη… Δυστυχώς δεν μπορώ
τώρα να δηλώσω ότι αισθάνομαι Αμερικανός ή Ιάπωνας, ούτε οτιδήποτε άλλο,
δυστυχώς ή ευτυχώς είμαι Μακεδόνας…
Θυμάμαι στα νιάτα μου, πριν από τριάντα χρόνια περίπου, πήγαινα
διακοπές στη Βουλγαρία και ταξίδευα με τρένο από τη Σόφια προς τη Βάρνα.
Στο τρένο ήταν στο ίδιο βαγόνι με μας ένας Βούλγαρος εθνικιστής και
αμφισβητούσε το μακεδονικό έθνος. Είπε ότι είναι εφεύρεση της Κομιντέρν,
ότι φτιάχτηκε το 1948 ή το 1950. Και τότε τον ρώτησα αν χρησιμοποιεί το
πλυντήριο ρούχων, αν το έχει κι αν το χρησιμοποιεί. Είπε ότι έχει και
ότι το χρησιμοποιεί και τότε τον ρώτησα γιατί το χρησιμοποιεί αφού είναι
επινοημένο. Πού θέλω να καταλήξω: είναι ωραίο να έχεις ιστορικές ρίζες
σε δεν ξέρω ποιον αιώνα ή από την προϊστορία ή από αιωνιότητα ή δεν ξέρω
από πότε, αλλά το γεγονός είναι πως είτε εφευρέθηκα είτε όχι υπάρχω,
και ότι αυτό το πράγμα δεν μπορεί να αλλάξει πια…»
Πέρα από τα ζητήματα ταυτότητας, η αλήθεια είναι πως, αποτελώντας την
αποθέωση του εθνικιστικού αρχιτεκτονικού κιτς το Project Skopjie 2014
δεν φιλοδοξεί να δημιουργήσει μια νέα αρχιτεκτονική ταυτότητα στην πόλη,
που θα τη βοηθήσει να αποκτήσει τον «αέρα» μιας ευρωπαϊκής πρωτεύουσας.
Αντίθετα προσφέρει μια φυγή προς το φαντασιακό, προς τις ψευδαισθήσεις
σ’ ένα λαό που αισθάνεται ασφυκτικά στριμωγμένος στα αδιέξοδα του
παρόντος.
Απέναντι στην εθνικιστική παράνοια, που ευδοκιμεί
τελευταία (και ειδικά προεκλογικά) σ’ αυτή τη φτωχή γειτονική μας χώρα,
υπάρχουν αρκετοί ενεργοί πολίτες που αντιστέκονται και κριτικάρουν την
πολιτική της κυβέρνησης. Ανάμεσα τους είναι και ο δραστήριος Τζιάμπιρ
Ντεράλα, αλβανικής καταγωγής εκπρόσωπος της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης
Civil, που ασχολείται με την ειρηνική ανάπτυξη των Βαλκανίων: «Παρά τα
πολλά προβλήματα της χώρας –ανεργία, φτώχεια, άσχημη οικονομική
κατάσταση και πολιτική κρίση– υπάρχει ένα πρόζεκτ που προχωρά κανονικά,
λες και δεν συμβαίνει τίποτε, λες και η χώρα δεν έχει προβλήματα: το
Project Skopjie 2014, που κοστίζει 200 εκατομμύρια δολάρια. Γιατί άραγε;
Τα προβλήματά μας δεν είναι μόνον εθνοτικά, ανάμεσα σε Μακεδόνες και
Αλβανούς, αλλά και ενδοεθνοτικά καθώς οι εθνικιστές πολιτικοί χωρίζουν
τους ανθρώπους σε ‘’πατριώτες’’ και ‘’προδότες’’…. Τα τελευταία είκοσι
χρόνια έχουμε δει να κτίζονται στη χώρα πολλές εκκλησίες και τζαμιά και
παρατηρούμε τη λεγόμενη θρησκευτική αναβίωση, που χρησιμοποιείται όμως
από τους εθνικιστές. Οι πολιτικοί από την μακεδονική πλευρά προβάλλουν
με τα μνημεία που κτίζονται περισσότερο την χριστιανική θρησκεία, που
δεν αντανακλά όμως τον πολυθρησκευτικό χαρακτήρα της χώρας. Έτσι η άλλη
μεγάλη κοινότητα της χώρας, οι Αλβανοί, που αποτελούν το 27%,
αισθάνονται απειλούμενοι και δίνουν έμφαση στα δικά τους σύμβολα και
ιστορία. Κι έτσι ο ένας εθνικισμός τρέφει τον άλλο εθνικισμό οδηγώντας
σε μια διαιώνιση του μίσους…»
Πέρα από το μεγαλομανές Project Skopjie 2014 και τα ζητήματα
ταυτότητας που ταλανίζουν τη χώρα και τις σχέσεις της με τους γείτονές
της, τα Σκόπια δεν παύουν να είναι μια μικρή πόλη που γέννησε ωστόσο
μεγάλα ταλέντα και μεγάλους ανθρωπιστές. Η Μητέρα Τερέζα είναι μία από
αυτούς. Η άλλη είναι η διάσημη Τσιγγάνα τραγουδίστρια Έσμα Ρετζέποβα,
που έχει αφιερώσει όλη της την περιουσία στην προστασία των ορφανών
παιδιών…
Γεννημένη το 1943 στο προάστιο Σούτο Οριζάρι των Σκοπίων η Έσμα είναι
η αδιαμφισβήτητη «Βασίλισσα» της Τσιγγάνικης Μουσικής των Βαλκανίων.
Έχει στο ενεργητικό της 9.000 συναυλίες, 500 καλλιτεχνικές συνεργασίες,
108 δικά της τραγούδια, 20 δίσκους και έχει παίξει σε έξι ταινίες.
Κανείς άλλος καλλιτέχνης των Βαλκανίων δεν υπήρξε τόσο παραγωγικός. Αλλά
η Έσμα, που ζει σ’ ένα μεγάλο σπίτι το οποίο βρίσκεται ψηλά στο λόφο,
το κάνει κυρίως για να βοηθήσει άλλους ανθρώπους και ειδικά τα παιδιά.
Η Έσμα Ρετζέποβα είναι γνωστή για τις φιλανθρωπικές της
δραστηριότητες. Αν και η ίδια δεν έχει κάνει παιδία, έχει ωστόσο
υιοθετήσει δεκάδες Τσιγγανόπουλα, τα οποία φρόντισε να λάβουν την
κατάλληλη εκπαίδευση και πολλά από αυτά εξελίχθηκαν σε σπουδαίους
μουσικούς.
Ακολουθώντας την παραδοσιακή φιλοξενία των Τσιγγάνων η Έσμα μας
υποδέχθηκε εγκάρδια στο μεγάλο σπίτι της, σ’ ένα λόφο των Σκοπίων, και
μας έβγαλε κάτι να φάμε. Όχι Λεμπ ι Σόλ («Ψωμί κι Αλάτι»), όπως
συνηθίζουν να προσφέρουν συμβολικά στα Σκόπια στους μουσαφίριδες, αλλά
διάφορα άλλα εδέσματα. Παρά τα 68 της χρόνια η Έσμα συνεχίζει να
διατηρεί την εκπληκτική της φωνή που μαγεύει τα πλήθη, αλλά και να
εκπέμπει μηνύματα αγάπης και ειρήνης:
«Είμαι πολύ τυχερή που έχω 47 παιδιά, στα οποία προσέφερα μόρφωση και
έχω την ορχήστρα. Δεν είμαι εξαρτημένη από κανέναν. Έβαλα την
προσπάθειά μου γιατί αυτά τα παιδιά είναι χωρισμένων γονιών ή είναι
παιδιά του δρόμου. Κάποια από αυτά τα παιδιά είναι σήμερα καλοί μουσικοί
της λαϊκής και βαλκανική μουσικής. Γενικά τραγουδάμε τα πάντα. Και τα
παιδιά μου τραγουδούν ελληνικά, τούρκικα, βουλγάρικα, σέρβικα,
κροάτικα, σλοβένικα. Τραγουδάμε σε 17 γλώσσες σε όλο τον κόσμο και
κάνουμε κάθε χρόνο γύρω στις 200 συναυλίες. Ταξιδεύω πολύ, είμαι στα
Σκόπια μερικές μέρες και πάλι ταξιδεύω…
Τι πιστεύετε πως πρέπει να αλλάξει στα Βαλκάνια για να ζήσουν οι άνθρωποι καλύτερα;
Ως καλλιτέχνης, που έχω ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο, πρέπει να πω ότι
τα Βαλκάνια πρέπει να ανοίξουν, να μην υπάρχουν σύνορα, να μπορεί η
μουσική να ταξιδεύει παντού και οι άνθρωποι να επικοινωνούν μεταξύ τους
και να κάνουν παρέα και να φτιάξουμε συνθήκες ώστε να μην υπάρχει μίσος ,
αλλά ανοχή. Να μπορούν οι άνθρωποι να επικοινωνούν και να αγαπιούνται
και να παντρεύονται και να χαϊδεύονται μεταξύ τους. Αυτή είναι η γνώμη
μου επειδή εγώ είμαι κοσμοπολίτισσα. Είμαι γυναίκα που δεν της αρέσουν
τα σύνορα. Είμαι τσιγγάνα και η γη δεν ανήκει σε κανέναν…
Σημείωση: Τμήμα αυτού του κειμένου δημοσιεύτηκε σε 10σέλιδο
άρθρο στο ένθετο περιοδικό Έψιλον της εφημερίδας Ελευθεροτυπία στις 5
Ιουνίου του 2011.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου