Τετάρτη 30 Απριλίου 2014

Μπόλαρης - Πέντε άξονες για να αλλάξει ο ορίζοντας στην Kεντρική Μακεδονία

Τη Σαμπιχά Σουλεϊμάν θέλει για υποψήφια ο Μπόλαρης

"Είναι ένας εξαιρετικός άνθρωπος, που έχει δώσει μεγάλο αγώνα για τα δικαιώματα των Ρομά”, δηλώνει ο υποψήφιος περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας.



Πρόταση στη Σαμπιχά Σουλεϊμάν, η οποία την προηγούμενη εβδομάδα “κόπηκε” επεισοδιακά από το ευρωψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ, να είναι υποψήφια με το συνδυασμό του, έκανε ο υποψήφιος περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας Μάρκος Μπόλαρης.

Σε δηλώσεις του, ο κ. Μπόλαρης υπογράμμισε πως γνωρίζει την κ. Σουλεϊμάν πολλά χρόνια και ότι "είναι ένας εξαιρετικός άνθρωπος, που έχει δώσει μεγάλο αγώνα για τα δικαιώματα των Ρομά στη μόρφωση και την εκπαίδευση".

"Η πρόταση μου να είναι υποψήφια της ανεξάρτητης αυτοδιοικητικής κίνησης της οποίας είμαι επικεφαλής, ήταν και η δική μου απάντηση σ' αυτούς που επιχείρησαν να “λασπώσουν” την ίδια και να μειώσουν τους αγώνες της. Την εκτιμώ βαθιά και τιμώ τις προσωπικές και κοινωνικές μάχες, τις οποίες έχει δώσει όλα αυτά τα χρόνια", πρόσθεσε.

http://www.news.gr/politikh/ekloges-2014/article/145195/th-sampiha-soyleiman-thelei-gia-ypopshfia-o-mpolarhs.html

Ποιους αλήθεια εξυπηρετούσε η επίμαχη Τροπολογία 18 ημέρες πριν τις εκλογές;

τηλεοπτικό φίμωτρο

Οι τροποποιήσεις στους κανόνες διεξαγωγής των εκλογών εν μέσω της προεκλογικής περιόδου υποβαθμίζουν την δημοκρατική και θεσμική λειτουργία της χώρας και οδηγούν στην απαξίωση των πολιτικών θεσμών, των κομμάτων και των πολιτικών ως πρόσωπα.

Η πλήρης άρση του περιορισμού των τηλεοπτικών εμφανίσεων σε υποψήφιους Δημάρχους και Περιφερειάρχες, η οποία προτάθηκε μόλις είκοσι μέρες πριν τις εκλογές, παραβιάζει κάθε έννοια πολιτικής ηθικής και δημιουργεί ερωτήματα για το σεβασμό της κυβέρνησης για την εκλογική διαδικασία. Η υπερπροβολή υποψηφίων από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τα συμφέροντα είναι πάνω από διατάξεις που προέκυψαν μετά από διαβούλευση και νομοθετική διαδικασία στη Βουλή.

Το ΕΣΡ εξέδωσε οδηγία προς όλους τους ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς να προβάλλουν τις θέσεις και τις δραστηριότητες όλων των συνδυασμών υποψηφίων τηρώντας τους κανόνες της αντικειμενικότητας και της ίσης κατανομής του χρόνου παρουσίασης. Ωστόσο, η οδηγία ωχρειά μπροστά στην αιτιολογία της μικρής διάρκειας της προεκλογικής περιόδου και του περιορισμού των εκλογικών δαπανών που έχουν ως αποτέλεσμα την αδυναμία πληροφόρησης των πολιτών, όπως αυτή διατυπώθηκε στην αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας. Όμως είναι ολοφάνερο το έλλειμμα δημοκρατικής νομιμοποίησης όταν με fast-track κοινοβουλευτικές διαδικασίες η κυβέρνηση επιχείρησε να καταστρατηγήσει εκλογικούς κανόνες που θεσπίστηκαν για την διασφάλιση της ισορροπίας στην προβολή στα μέσα ενημέρωσης και την αποτροπή στη διακίνηση μαύρου χρήματος μεταξύ υποψηφίων και καναλιών. Δυστυχώς, σήμερα συζητούμε και επιχειρηματολογούμε για το αυτονόητο απέναντι στους κυβερνητικούς σχεδιασμούς να γίνουν βήματα προς τα πίσω, αφού οι κανόνες αυτοί θεσπίστηκαν για να υπάρχει δυνατότητα υποψηφιότητας για όλους και όχι μόνο για όσους έχουν την οικονομική δύναμη ή των εύνοια των μέσων ενημέρωσης.

Επιπλέον, ενώ έχουν ήδη υποβληθεί οι δηλώσεις κατάρτισης των συνδυασμών στα Πρωτοδικεία, κρίθηκε σκόπιμη η τροποποίηση και στα προσόντα εκλογιμότητας των υποψηφίων, καθώς προωθήθηκε η εγγραφή τους στα δημοτολόγια δήμου του συνόλου της περιφέρειας στην οποία εκτίθενται ως υποψήφιοι και όχι της εκλογικής περιφέρειας, όπως προβλέπεται από το Νόμο 3852/2010. Προς τι αυτό το άγχος, τη στιγμή που η σχετική εγκύκλιος 13 του Υπουργείου Εσωτερικών προέβλεπε την δυνατότητα άμεσης μεταδημότευσης των υποψηφίων, μέχρι και την προηγούμενη της κατάθεσης των συνδυασμών, μέσω των Δήμων ή ακόμη και μέσω των ΚΕΠ; Μήπως τα ψηφοδέλτια κάποιων κινήθηκαν σε βαρομετρικό χαμηλό και σπεύσαμε να θεραπεύσουμε ατέλειες μέχρι την ανακήρυξη των συνδυασμών στις 3 Μαΐου;
bolaris.gr

ΜΑΡΚΟΣ ΜΠΟΛΑΡΗΣ - Παρέμβαση μέσω skype στην τηλεόραση του ΣΚΆΪ

Ο Μπόλαρης πρότεινε στη Σαμπίχα να «κατέβει» με τον συνδυασμό του!

Ο Μπόλαρης πρότεινε στη Σαμπίχα να «κατέβει» με τον συνδυασμό του
Να κατέλθει στις εκλογές για την τοπική αυτοδιοίκηση με τον συνδυασμό του πρότεινε στην Σαμπιχά Σουλεϊμάν, ο υποψήφιος Περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας, Μάρκος Μπόλαρης.

Σε δηλώσεις του ο κ. Μπόλαρης υπογράμμισε πως γνωρίζει την κ. Σουλεϊμάν πολλά χρόνια και ότι "είναι ένας εξαιρετικός άνθρωπος, που έχει δώσει μεγάλο αγώνα για τα δικαιώματα των Ρομά, στην μόρφωση και την εκπαίδευση".
"Η πρόταση μου να είναι υποψήφια της ανεξάρτητης αυτοδιοικητικής κίνησης της οποίας είμαι επικεφαλής, ήταν και η δική μου απάντηση σ' αυτούς που επιχείρησαν να «λασπώσουν» την ίδια και να μειώσουν τους αγώνες της. Την εκτιμώ βαθιά και τιμώ τις προσωπικές και κοινωνικές μάχες, τις οποίες έχει δώσει όλα αυτά τα χρόνια", πρόσθεσε.


Read more: http://www.newsbomb.gr/ekloges-2014/story/439074/o-mpolaris-proteine-sti-sampiha-na-katevei-me-ton-syndyasmo-toy#ixzz30N6RSQVx

Σάββατο 26 Απριλίου 2014

What does the EU stand for?

By Marcus Templar
Most of the people that have read the article of the Swiss Neue Zürcher Zeitung and Erwan Fuere's interview with Faktor saw only the fact that they both blamed Gruevski for the impasse of the name dispute negotiations. They both saw that Gruevski's authoritarian governance is the result of Greece’s refusal to allow the FYR
Der kleine Diktator (The Little Dictator)
OM join both NATO and the EU. They both said that Gruevski’s behavior is an excuse for Greece’s standpoint.
So what both clearly have said is that nobody else has problem with Gruevski’s quasi-dictatorial rule, except Greece. That tells me a lot about Mr. Fuere’s understanding of what kind of countries should join the Union, forget about a functional democracy with all its implications. Mr. Fuere’s attitude brings no question to the fact that if North Korea had applied to join the EU, he and his friends would not have any problem accepting it except for the fact that North Korea is not physically located in Europe. Public executions any time that the Little Man who could was Kim Jong-un would be accepted as long as the executions had taken place in the territoryy of the little country that could! Excellent Mr. Fuere. I can buy you a one way ticket to Saudi Arabia so that you enjoy beheadings every Friday morning. Belaruss would be a promising candidate for such a Europe, as well.

This kind of understanding saddens me, because it has spread all over Europe considering the article of the Swiss newspaper with the title “Nikola Gruevski: Der kleine Diktator (The Little Dictator) by Andreas Ernst, Skopje, Wednesday, 23. April 2014. But the same is the approach that one encounters all over Europe. Once in while one reads Bulgaria’s refusal to allow Skopje into the EU, but Germany, France, the UK, Poland and what have you are okay with a semi-dictatorial FYROM as if they do not have the strength, perhaps because of business considerations, to tell the Gruevskis of Europe off.
Thus the question is “what does the EU stand for”?
The comments are yours.

Όλον ο υσταρνός όντα χάται…

Εγεννέθα σε έναν πολλά πολλά όμορφο μέρος. Με τση μάνα μ’ τη λαλία ένοιξα τ’ ομάτε μ’ σ’ αυούτο τον ντουνιά. Πάντα έρτε σο νού μ’, όντα έλεγε με «ε πουλόπο μ’» και λάγα ε γλυκοτέρενε με.
Το χωρίο ‘μουνα έτον ‘νάμεσα σα τρανά τα χλωά τα ραχία, όπου τον Ήλο πα’ πολλά ουκ έλεπαμε. Έτονε απές σ’ όρος και χτισμένο σε έναν κυλάδι απές, γομάτο με τα δέντρα. Σ’ όρος εβρίσκουσαν Αλάτε, Τεζία, Οξέας, Κλερθία, Κάστανα και άλλα πολλά. Είχεν έναν σουρί ορμία τ’ εκατίβεναν τρεχτά σο ποτάμι τ’ εμοίρεζεν το χωριό σα δυο. Λές κι εθέλεναν να προφτάνουν το ποτάμι για ν’ εκατίβαζεν ατά ση θάλασσα. Ούλα τα νερά, ακόμε και του ποταμή, επιησκούσαν. Είχαμε και πολλά ολοκάθαρα, ολοκάτενα πεγάδε το έστεκαμ’ και έπιναμε. Ανάμεσα ‘μουνα συντυχεναμ' Ρωμεικά. Εθάρεναμ’ ούλος ο ντουνιάς μαναχό το χωριό ‘μουνα έν’ και ούλοι οι άνθρωποι Ρομεικά συντυχαίνουν.

Το χωρίο ‘μουνα είχε και Παρχάρι. Όντα επέ(γ)ναμ σον παραχάρι, ασή χαρά ‘μουνα επέταναμε. Σου ζου τα γούλας εκρεμάναμε κολονόπα και σα κατσέτε ‘τουνα εκρεμάναμε κάτι σούσε. Εκρεμάναμ’ ατά πα’ ζνιχόπα για να μην οματέγουνταν. Άετς εσορέυκουμουνες πατσίδε, νιφάδε, παιδία, αγούροι και υναίκοι, ούλοι εντάμα με τα ζα, παρακαθευτά παρακαθευτά εμπέναμε σο δρόμο πριν ημέρωνε. Σα δρόμε επανκές, σατι επέ(γ)ναμε εράεβαμ', έβρισκαμ’ και εσωρεύαμε μόρε και ετρώγαμε. Κάπου, κάπου εγριμάλωναμ’ και εντόναμ’ επάν σ’ ατά τ’ έβρισκαμ’. Όνταν έγβαιναμε σε πλατή μέρος το είχεν πεγάδι, έστεκαμε και ένοιζαμ’ τα δαπάνας ‘μουνα και έτρωγαμ’. Έπιναμε το νερό ‘μουνα και εποτίζαμε και τα ζα ‘μουνα. Πάντα επεντούσαμε και σε άυτικο τόπο έναν καβαλτζή. Εκείνος έπαιζεν το γαβάλιν (χειλιαύλιν) ατ’και εμείς εχορεύαμε. Ύσταρο ο κάθα εις εδέβαινεν σο δρόμον ατ’. Εμείς τα αγουροπαίδε, ως που έγβαιναμ’ σον παρχάρι, ετέρεναμ’ τα πατσόπακαι εποίναμ' σεβνταλούχε. Σον παρχάρι ας τ' επέ(γ)ναμε, εβρισκούμουνες και παρακάθεβαμ’, επαίζαμ’ και εχόρευαμ’. Σον παρχάρι όλον όμορφα επέχκουσαν η πλάκα το οποίο επέχκουτουν με τα πλακούτσε τα λιθάρε και η μάτικα το οποίο επέχκουτουν με τ’ έναν στουρακί και ένα μικρό μακριτσέλι ξυλόπο. Τα ζα εδόναμε σε έναν τσοπάνο και ούλιν οι άνθρωποι εκευρόκοφταν τα χορτάρε σα κεγίρε 'τουνα. Πολλοί εκατήβεναν σ’ όρος και έκοφταν ξύλα. Ούλα τα θερινά ημέρας και τα μήνας, άετς εδέβαιναν. Όνταν εκλώσκουμουνες ασόν παρχάρι, τα μάγουλα ‘μουνα είνουσαν ολοκόκκινα όμον (αμόν) μήλα. Έκαφτε μας ο ήλος και εμαυρίζαμε πα’.

Ύσταρο εθράφαμε και γάλε γάλε εγρίκεσαμ’ ότι ασό χωρίο ‘μουνα και εξέθε είναι και αλέτερα πολλά χωρία. Είναι και πολύ ξένοι τ' ούκ εξέρουν τ’εμέτερο τη γλώσσα. Οι μέτεροι εσυντύχαιναν Ρωμεικά και οι ξένοι εσυντύχαιναν τούρκικα. Κρούει σο νού μ', όνταν έρθεν ένας ξένος σο σπίτι 'μουνα για ν' εγόραζεν τ'αγελάδι το είχαμε. Ο κύρη μ' και εκείνος κάτι εσυντύχαιναν. Εγώ άκουγα ‘τίνους άμα τίπο ουκ εγροίκενα. Όνταν επεί(γ)εν εκείνος ο ξένος, ερώτεσα τον κύρη μ’ γιατ'οποίο ουκ εγροίκεσα το έλεγαν. Είπε με, ότι “τούρκικα” εσυντύχαιναν και για τ' ατό ουκ εγροίκεσα. Ετότες, αρνάσεψα (αρχίνεψα = ξεκίνησα) ν’εγροικώ ό,τι ας εμέτερο τη γλώσσα και εξέθε έτον και αλέτερο γλώσσα ντ’ ουκ εγροίκενα εγώ. Είπε με και ότι, όνταν πάγω σ’οκουλί (σχολείο) εβρισκούτουν ελίγο έξου ασό χωρίο, εκεί να μαθάνω ατό τη γλώσσα για να εγροικώ και συντύχαινα.

Αρνάσεψα σ' οκούλι
Άετς εδέβαν' τα χρόνε και έρθεν η ημέρα, εγώ παλ' επήγα σ’ οκούλι (σχολείο) και αρνάσεψα να μαθάνω τα τούρκικα. Ο κύρη μ' και η μάνα μ’ είπανε με, αν μαθάνω καλά τα τούρκικα, να είνωμαι τρανός άνθρεπος και να γαζανεύω πολλά παράδες. Αν ουκ εμάθενα καλά τούρκικα, ν'επόμενα σο χωρίο και να ογράσσευα με του χωρίου τα δουλείας. Να λίχτρεβα τα χωράφε, νε κεϊρόκοφτα, ν' έπλωνα και εσώρευα χορτάρε, νε επέγνα έκοφτα  και εποίνα ξύλα ασό όρος και εφέρενα 'τα σο σπίτι. Αν ουκ εμάθενα τα τούρκικα, άϊτικα και άλλα πολλά δουλείας ν'εποίνα.

Πάντα κρούει σο νου μ' την ημέρα πε' αρνάσεψα σ’οκούλι. Έτον ένας ξένος άνθρεπος, ο οποίος τ' όνεμαν ατ' έτονε ογρετμένος (δάσκαλος). Εκείνο την ημέρα, όντα εκάτσαμε σα σκαμνία ‘μουνα, εκείνος εδέβαιν εμπρό 'μουν και αρνάσεψεν κάτι να λέει μας το εγώ ουκ εγροίκενα. Πίχτα πίχτα ερώταινα τ' άλλα τα παιδία και εκείνοι παλ' έλεγανε με το έλεγεν. Έλεγε μας, για να μαθέναμε' καλά τούρκικα, άλλο τα ρωμεϊκά ουκν'εσυντυχαίναμ'. Εφοβέρισε μας πα’. Όποιος εσυντύχαινεν άλλο τα Ρωμεϊκά, νε δαρκούτουν. Άμα ποίος ν' ακούεν ατόνα τον ξένο. Εμείς όνταν εγβαίναμε έξου, πάλι ρωμεϊκά εσυντύχαιναμ' και άετς επόρεναμ' και εγροίκεναμ’ ο εις τον άλλον για ν'επαίζαμ'.

Εφάγαμ' νταγιάχι (ξυλοδαρμό) για τα Ρωμεϊκά
Κρούει σο νου μ' παλ', έναν ημέρα έτον εξέβαμε έξου ασ' οκούλι και αρνάσεψαμ’ να παίζουμε. Εγώ  εβόησα πολλά αψέα έναν αρκαντάσι μ' (φίλο μου) και κάτι είπα ‘τόνα σα Ρωμεϊκά. Έκουσε με ο ογρετμένος και εβόησε με κοντάν ατ'. Επήγα εστάθα εμπρόν ατ' και ετέρεσ'ατόνα σον πρόσωπόν ατ'. Ελίγο έσουρεν τ’ ωτία μ' και ετίλισε με έναν βαρύ σαπλάχεα. Ας τόσον πολλά, ασ'ομάτε μ' τσίγιας ελάνκεψαν. Σίτα εδέκρεσα. Τ' άλλα τα γαρδέλε εστάθαν και εμάς ετέρεναν. Ύσταρο, εγώ εφήκα το παίξιμο. Άλλο ουκ επόρεσα παιξίναι.  Εδέβα σ’ έναν τσουντζί εκάτσα κά' και έκλαψα. Άετς εδέβανε τα χρόνε σ’ οκούλι. Για τα Ρωμεϊκά ποιος ουκε δάρθεν. Ούλιν έφαγαν σαπλαχέας, μουστέας και λαχτέας. Πολλοί απ' εμάς, πολλά επερμίναν επάν σε έναν ποδάρι, ως που να εγέρουν.

Όμορφα ημέρας πα’ είχαμε
Σο χωρίο, όμορφα ημέρας πα’ εδέβαξαμ’. Έρτε σ'αχύλι μ' που έναν ημέρα πριν να ημέρωσε έτον, η μάνα μ' αλήγορα εσκώθεν και εκατήβεν σο μαντρί για ν'εποίνεν τα δουλείας ατές. Εγώ απές σο ζεστό το στρώμα μ' εκοιμούμουν και ελέπα όμορφα όνειρα. Με τα λαλίας τση μάνα μ' εξυμνήγα. «Στα, ε διαβολόφαγο, μη λαχτίζεις και κουπίζεις ατό τ' έλμεξα» έλεγεν τ' αγελάδι τ' ελάχτιζεν σατή αλμέχκουτουν και «πότα πούλι μ' πότα» έλεγεν το μουσκάρι τ' ουκ εθέλενεν ν' έπινεν το νερόν εθέ. Άετς, έλμεξεν, εφάισεν, επότισεν, εσπούνκισεν και εξέβεν άνου. Η μάνα μ' εθάρενεν ότι εγώ ακόμε κοιμούμουνε. Ουκ εθέλενεν ν' εξύμνιζε με άμα εγώ τ’ώραν έτον τ' εξυμνίγα. Εξυμνίγα, άμα ασο στρώμα μ' πα’ ουκ εξέβα. Άετς τυλιγμένος σο γεργάνι επουκά, επέρμενα η μάνα μ' ν' εγβαίν ασό σπίτι και επ'εκεί ν' εσκούμουν. Ουκ εθέλενα ν' έλεπε με έξυμνος και εδώνε με οσπιτί δουλείας. Είχα σο νου μ', ν' επέγνα σο πορπάτεμα και σο παίξιμο με τα γαρδέλε του χωρίου.

Η μάνα μ' εξέβεν ασό σπίτι, επήγεν σα χορτάρε το κόψιμο. Εγώ παλ’ ελίγο υσταροκές, απ’οπίσαν ατές εσκώθα, εφόρεσα και γάλε γάλε ελίγο άνοιξα την πόρτα. Ετσούτισα και ετέρεσα, εθέλενα ν'ελέπα η μάνα μ' επήγεν, για ουκ επήγεν. Άετς σατή ετσούτιζα και ετέρενα, επλανμέρίκα σο δρόμο, είδα την αγάπη μ', τη σεβντά μ'. Με κάτι πατσίδε και νιφάδε του χωρίου, εκείνε πα’ ες' επέγνεν σ' όρος για τα χορτάρε. Ασή χαρά μ' επέταξα. Άλλο ποίος επορεί και κρατεί με. Άλλο ποίος πάει σο παίξιμο με τα γαρδέλε του χωρίου. Πριν φανείναι χνούδι και θρύμα, εγώ πα εξέβα ασό σπίτι και εσέβα σο δρόμο. Τρεχτά, επήγα έφτασα ‘τινους. Άετς με τ'εκεινούς εντάμα παρακαθέυτα, εφτάσαμε σ'όρος. Εκεί, ούλοι εσκορπίγανε αδά καi ακεί για νε σωρεύαν χορτάρε.

Εγώ επόμεινα με τη σεβντά μ' εντάμα. Εκείνε σατή έκοφτεν χορτάρε, εγώ πα’ εδέβα σα χαμοκέρας, σα μαμίκας μήλα και σα δίρκαπας τ' αράεμα. Ό,τι εσώρευα, σίτα έρχουμουν εμοίρεζα 'τα με την αγάπη μ' εντάμα. Ύσταρο, όνταν εγέντον μεσημέρι, ούλοι εσωρέφταμε σε έναν ίσο μέρος τ' εφήκαμε τα δαπάνας 'μουνα. Απ'εμέν και εξέθε, ούλιν ασα ξεροφάε 'τουνα κάτι ένκανε εντάμα. Εγώ, ασήν χαρά μ', τη δαπάνα παλ' ενέσπαλλα. Θρύμμα ψωμί, χνούδι φαγί ουκ επήρα εντάμα μ'. Άμα ο κάθα εις, ασή δαπάνα το είχεν, απ' ελίγο εμοίρεξεν και εδώκε με και έφαγα. Ύσταρο, παλ' ούλι εδέβαμε σα δουλείας 'μουνα. Εγώ εποίκα γιαρτιμί (βοήθια) τη σεβντά μ'. Εσώρεψα Χαλβάνε, Ματσιτάλε, Κουσούτε, Λάπαζα, Καρενέσε, Γλυκόριζας, Σαλούτε, Πεντικολαθιρίτρας και αϊτίκα. Εμείς με την αγάπη μ' εντάμα, προφτάσαμε και ασ' ουλουνούς εμπρό εποίκαμε το γομάρι 'μουνα και εδέβαμε επλάν εκάτσαμε. Ύσταρο, ομόν τ'εγομάρεγαν ούλι, εσέβαμε σο δρόμο για τ'οσπίτε 'μουνα.

Εξέβαμε σο γκουρμπέτι (ξενιτιά)
Εδέβανε τα χρόνε και εγώ ετράνινα. Εδέβα και επήγα σο γκουρμπέτι (ξενιτιά). Εκεκά, ούλιν οι άνθρωποι μαναχό τούρκικα εξέρναν και εσυντύχαιναν. Εμείς πα' με τα ελίγα τα τούρκικα που έξερναμ', ογράσευαμ' (προσπαθούσαμε) νε συντύχαιναμ’ με τ'εκεινούς. Εμείς πα’ έμουνες πολλοί ασ'έναν χωρίο και 'νάμεσα 'μουνα Ρωμεϊκά εσυντύχαιναμ’. Άμα ακόμε έρτε σ'αχύλι μ' (σο νου μ') λαγά έκρυβαμ' τα Ρωμεϊκά ασ'αλλουνούς. Όνταν ερώτεναν εμάς, τό γλώσσα εν ατό ντο συντυχαίνουμ, έλεγαμ’ ατίνους, ότι λαζικά συντυχαίνουμε. Ετότες τίπο άλλου ουκ ερώτεναν εμάς και άετς, εγλύτωναμ'. Ούλι αέτς εκρύφκουμουνες και αέτς εκρύβαμ’ και τη γλώσσα 'μουνα. Λες κι έτονε εντροπή αν έλεγαμ’, ότι συντυχαίνουμ’ Ρωμεϊκά. Γι'ατό ποίο εκρύφκουμουνες ουκ εγροίκενα. Όσο και αν κρύφκουμουνες, σο γκουρμπέτι (σην ξενιτιά), όπου αν επέγναμε, εράευαμ’ τ'εμέτερους ανθρώπους για ν'επόρεναμ’ και έβρισκαμ’ καλύτερα δουλείας και ν'επόρεναμ’ και εδέβαζαμ’ και ελίγο τη γαριπία (αροθυμία) τ'εσούρεναμ’.

Επήγα σ'ασκέρι (στο στρατό)
Όνταν έρθεν η ημέρα και επήγα σ'ασκέρι, εκεκά πα’ εράεψα πολλά για ν'έβρισκα κανέναν ασά χωρία 'μουνα για νε συντύχαινα τη γλώσσα μ'. Όσο ερώτεσα, κανείς ουκ εβρέθεν. Έναν ημέρα, έβρα έναν το έξερνεν ένα αλέτερο γλώσσα. Ερώτεσα ‘τόνα ασήν γλώσσαν ατ' και εθέλεσα επ'εκεί να λέει με κάτι ση γλώσσαν ατ'. Αρνάσεψεν να λέει με κάτι σε έναν γλώσσα το εμνέζενεν πολλά με τε μέτερα τα Ρωμεϊκά. Ερώτεσα 'τονα, το γλώσσα εν ατό, ντο συντυχαίν. Είπε με, ότι σο χωρίον ατ' λέγουνα Μουχατζίρκικα (προσφυγικά). Όνταν εκλώστα και είπα 'τονα, ότι η γλώσσα ντο συντυχαίν, εν Ρωμεϊκά, επαλαλώθεν! Ύσταρο και εσυντύχαισαμ’, πολλά επάν ση γλώσσα 'μουνα και εγροικέσαμ’ ότι συντυχαίνουμε ένα γλώσσακαι οι δύοιν πα’ κρύβουμα με τα αλέτερα τα ονέματα.

Επήγα σην Λιμπύα (Λιβύη) με τον κύρη μ'
Ο κύρη μ' εδούλευεν ση Λιμπύα και έναν ημέρα εξέβεν και έρθεν. Έγω έμουν σο γκουρμπέτι (ξενιτιά). Εποίκανε με τελεφώνι και εκλώστα σο χωρίο. Έρθεν ν'επαίρενε με και επέγνεν ση Λιμπύα. Πολλά εχάρινα. Ν' έγβγαινα έξου ασήν Τουρκία και νε γαζάνεβα (κέρδιζα) και άλλο πολλά χρήματα. Αέτς, έρθεν η ημέρα και επήγαμε ση Λιμπύα. Εμέναμε ση Ντέρνα. Εκεί αδουλεύαμε με τον κύρη μ' εντάμα. Έχτιζαμ ντουβάρε και εποίναμε σουβά. Όλον εμπρό όνταν επήγαμε, ο κύρη μ' εξέρνεν πολλά Αράπτσε (αραβικά) το εγώ ουκ εγροίκενα. Εγώ όσο και αν επήγα σ’ οκούλικαι έμαθα καλά την Αράπσε, όνταν έμουνε σην Τουρκία, ατά τ’ εσυντύχαιναμ' ση Λίμπυα ουκ εγροικίσκουσαν. Ύσταρο κες έρθα και τον κύρη μ' εδέβα.

Έναν ημέρα, σατή εδέβαινα ασ' έναν τικανί (μαγαζί), εμπρό, έκουσα να λέει κάποιος «κλειδί». Εκλώστα και ετέρεσα. Είδα έναν υναίκα να δίγει το κλειδί σε έναν άγουρο. Είπα απ' απέσα μ', να ακούγω κλειδί και ν'ελέπω κλειδί, κάτι ίνεται. Ελίγο επέρμινα ορθά εκεκά που έμουν. Ύσταρο κες', ομόν τ’ επ' εχωρίεν η υναίκα επ' εκεκά, επήγα ερώτεσα εκείνο τον άγουρο. «Έκουσα κλειδί και είδα κλειδί, γιάνλισε (λάθος) είδα γιαμ εσείς πα’ εξέρειτε Ρωμεϊκά;» Εκείνος πα’ ερώτεσε με, «εσύ, απόθεν εξέρεις το κλειδί;». Αέτς αρνασέψαμε να συντυχαίνουμε σα Ρωμεϊκά όσο επόρεσαμ’. Ελίγα απ'ατά τ'έλεγεν ουκ εγροίκενα πα’, αμα ας έν. Έφτανε με ατό τ'εσυντύχαινεν η γλώσσα εμνέζενεν πολλά σε 'μέτερα τα Ρωμεϊκά. Εγώ ασή χαρά μ' επέταξα. Εκείνος πα’ πολλά εχάρινεν. Αέτς εγνωρίγαμε. Τ'εκεινού τ'όνεμα έτονε Σαλάχ Αλί.

Ύσταρο, έναν ημέρα, σατή εδέβαινα ασό τικανίν (μαγαζί) ατ' εμπρό, πάλι είδε με και ελίγο εσυντύχαισαμ’. Ο Σαλάχ Αλίς, ελάλεσε με σ'οσπίτιν ατ'. Εδώκε με έναν αντρέσι (διεύθυνση) που ν'επέγνα και έναν ημέρα το ν'επέρμενε με. Όνταν έρθεν εκείνο η ημέρα, εγώ πα’ επήγα σ'αντρέσι τ'εδώκεμε. Όνταν έφτασα, εντόκα σην πόρταν ατ', εκείνος ένοιξεν την πόρτα. Απές σο σαλώνι εσώρεψεν πολλούς ανθρώπους. Μαμικάντοι, παπουκάντοι, παιδία, πατσίδε, ούλιν έκλωσαν τον πρόσωπον άτουνα σε μένα μερ' και εμένα ετέρεναν. Εμείς, ελίγο εστάθαμε σο κατουθούρι έπαν. Ο Σαλάχ Αλής, εκράτεσε με ασ'έναν ωμί μ’, γάλε, γάλε, έγκεν το χέριν ατ' σην κοτύλα μ' και μισό εγκαλεστά, ερώτεσεν ση μισαφίρους ατ' σην Αράπτσε: «εμνέζει μας αβούτο το παιδί;». Ούλιν εκούνισαν τα κεφάλε 'τουνα και «ναι, πολλά εμνέζει μας», είπανε. Ύσταρο, εδέβαμε σο σαλόνι και εγώ εκάτσα κα' σε έναν κεκά. Κάτι γραίοι και γέροι έρθαν σο γιάνι (κοντά) μ', εγκαλέσταν και εφίλεσάνε με. Ερώτεσανε με τ'όνεμα μ' και απόθεν είμαι. Ούλιν εθέλεναν ν'εσυντύχαιναν με τ'εμένα. Ούλοι, κάτι εθέλεναν ν'ερώτενανε με. Άμα έσανε πολλοί και με κάποιους επόρεσα και με κάποιους ουκεπόρεσα συντυχαισείναι. Ύσταρο επ'εκεινούς εγνώρισα πολλούς. Ούλιν το έξερναν και εσυντύχαιναν Ρωμεϊκά, έσανε ασοί τρανούς ανθρώπους τση Ντέρνας. Ούλοι εχουγεμένοι (σπουδαζμένοι), δεβαζμένοι έσαν. Ο τρανός αδελφός του Σαλάχ Αλή, έλεγαν ατόνα, Σαλάχ Αχμέτ. Σαλάχ έκουεν οκύρης άτουνα. Ο Σαλάχ Αχμέτης έτονε όλων ο τρανύτερος σον πόλης (αστυνομία) τση Ντέρνας.

Πάντα κρούει σο νου μ' και ουκ ανεσπάλλω, έναν ημέρα έτον, επήγανε κάποιοι Λιμπυαλίδες επάτεσανε το σπίτι του Καντάφι και εθέλεναν ν'εσκότωναν ατόνα. Ουκ επόρεσαν και ούλιν εδάρθαν. Σε εκείνα τα ημέρας, κανέν ουκ εφήνανε το βράδυ, την νύχτα ν'έγβαινεν έξου και πορπάτενεν όμον τ'εθέλενεν. Όποιον εβρίσκανε έξου, έπλεναν, εφέρεναν ατόνα σον πόλης (αστυνομία) και αν έτον ξένος, χαρτία πα’ αν είχεν, ελιτόρευαν ατόνα ασην Λιμπύα. Επ'εκείνα τα ημέρας έναν ημέρα επήγα σ' έναν χορότε το είχαμε σην Ντέρνα. Επήγα για το παρακάθεμα. Εκάτσαμε κα' και σατή επαρακθέυαμε εβραδέσαμε. Αργά το βράδυ, εξέβα έξου και ες επέγνα σο σπίτι. Σατή επέγνα, σ'εναν και κα', ο πολίσης (αστυνομικός) εστάισε και ερώτεσε με τα χαρτία μ’. Επάνε μ'τίπο ουκ είχα. Επήραν ένκανε με σο καρακόλι (Αστυνομικό τμήμα). Εκεί σο σαλώνι, έπεη (αρκετά) επέρμεινα. Έξερνα ότι σε εκείνα τα ημέρας, ο Σαλάχ Αχμέτης, ουκ έτον εκεί. Επόλισαν ατόνα σο Βενγκάζη και σην Ντέρνε ένκανε έναν αλέτερο το έτον σο κεφάλι του πόλις (αστυνομίας).  Άμα απ'απέσαμ «για ας πάγω δίγω το όνεμάν ατ' και ας τερούμε το να ίνεται», είπα. Αέτς, εσκώθα και επήγα, ερώτεσα τον Σαλάχ Αχμέτ. Όνταν έκουσαν το όνεμαν ατ', ερωτέσανε με, απόθεν εγνωρίζ'ατόνα. Είπα 'τίνους, ότι εγνωρίγουμες καλά και πάγω και σ'οσπίτιν ατ'. Σίτα (αμέσως) εποίκανε τελεφώνι τον Σαλάχ Αχμέτ και είπαν ατόνα αέτς και αέτς. Το είπεν ατίνους ουκ εξέρω. Άλλο μία ετέρεσα οι πολισοί επήρανε άψιμο. Σίτα (αμέσως) ένκανε σην πόρτα και  κα' έναν τζιπί (jeep) και εβάλανε με απές και εσέβαμε σο δρόμο. Σατή επέγναμε, είπανε με να δίχν'ατινούς το δρόμο του σπίτι που έμενα. Αέτς έγκανε με σο σπίτι. Όνταν εντόκαμε σην πόρτα, ο κύρη μ' άνοιξε την πόρτα και όνταν είδεν τσοι πολίσους εμπρόν ατ' εσπάραγεν. Εθάρεσεν έρθανε ν'επέρουνε μας και σύρουνε μας έξου. Οι πολίσοι είπαν ατόνα, «αβούτο τον παίδα σο δρόμο εύραμε, άσκεμα ημέρας δεβάζουμε, άλλο μην αφήνεις ατόνα να πορπατίει τη νύχτα». Αέτς εβάλανε με απές και εποχωρίγανε. Ο κύρη μ' πα ελίγο ετάβισε με άμα έτον χαρέμενος πα’.

Όνταν έμουνες ση Λίμπυα, εγώ αϋναίκιγος (ανύπαντρος) έμουν, Εκεκά ασή Ρωμαίους τση Ντέρνας, εγνώρισα και αγάπεσα έναν πατσή πα’. Τ'όνεμαν ατές, Σελβά έτον. Με την Σελβά έπεη σεβνταλούχε εποίκαμ’. Με τ' εκείνενα εντάμα, όμορφα ημέρας εδέβασαμ’ και όμορφα παρακάθε εποίκαμ’. Ύσταρο ας τη εκλώστα σην Τουρκία, άλλο ουκ επόρεσα πανείναι σην Λιμπύα. Ας τόσο αγάπεσα 'τενα, τ' όνεμαν ατές  εδώκα 'το τσ'αδελφής μου την πατσή. Αρ η ανεψιά μ' πα Σέλβα ακούει.

Εκλώστα σην Τουρκία και πήγα σην Αντάλια σο κουρμπέτι (για ξενιτιά)
Με τον κύρη μ' εντάμα όντα εποχωρίγαμε ασή Λιμπύα και έρθαμε σην Τουρκία, εγώ εδέβα σην Αντάλια για τη δουλεία. Εκεκά, επήγα αρνάσεψα ση δουλεία σε έναν οτέλι (ξενοδοχείο). Έμουνε σο ρεσεψιόνι. Έναν ημέρα, εύρα και εγνωρίγα με τ'έναν παιδά τ'εδούλευεν και εκείνος πα’ σε ένα αλέτερο οτέλι. Είπε με, ότι κάπου κάπου έρχουντανε τουρίστοι ασό Γιουνανιστάνι. Εγώ πολλά εθέλενα ν'έβρισκα κάποιον άνθρεπο ασό Γιουνανιστάνι και ερώτενα ατόνα ασή γλώσσα μ', ασά Ρωμεϊκά, απ'εμάς τ'επόμεινανε οπίς. Εθέλενα νε μάθενα ποιοί είμεστ' και πόσο τα Ρωμεϊκά εμνέζουν με τη Γιουνάντζε (ελληνικά). Πάντα μεράχι είχα 'το. Για τ'ατό, είπα εκείνο τον παιδά, ν'εφτάει με ένα τελεφώνι αλλομία όνταν έρχουσαν τουρίστοι ασό Γιουνανιστάνι. Αέτς εποχωρίγαμε.

Αέτς εδέβανε καντρία ημέρας. Έναν ημέρα τ'ουκ είχα βάρδιε, αλήγορα εσκώθα άμα πούθεν ουκ επήγα για το πορπάτεμα. Εδέβα, εκάτσα κά' σε έναν τσουντζί (γωνιά) του οτελί. Επλέσε με έναν τρανό γαριπία. Εγαριπέφτα το χωρίο μ', τ'ορμία, τα ποτάμε, τα παρχάρε, ούλα ό,τι είχεν ο χωρίος μου.

Απέσα μ' αρνάσεψεν έναν τρανό φουρτουνάς το οποίο ουκ επόρεσεν εινείναι δάκρε και εγβείναι ασ'ομάτε μ', μόνο τ'οματοτσάτσε μ' εβρέξεν. Ούλο τ' άλλο, εκλώστεν εγέντον ίδρωμα και ετσόρτισεν ασό πηχτό και ψηλοτριπεμένο το πετσί μ'. Ούκ εθέλενα ν'έκουγα τα πολλά τα λαλίας ασοί ξένους ανθρώπους τ’ εκλωτηογυρίγουσαν ολόγερα μ', ουκ εθέλενα ν'έκουγα τ'αραπάδες τε φούσκωναν το κεφάλι μ', ουκ εθέλενα ν' ελέπα οσπίτε στιβαγμένα τ'έναν τ'αλλο επάν', ουκ εθέλενα ν'επορπάτενα σα πλατέα τα δρόμε τ' ουκ έμουν μαθεμένος. Αέτς, εκούισα τρανά τσοι χωρότας μου. «Ελάτε επαρείτε και φερείτε με σο χωρίο μ', επαρείτε φερείτε με σα παρχάρε μ' επανκές. Θέλω να πορπατώ σα μικρά τα δρομόπα του χωριού, θέλω να καταλαγκεύω σα παρχάρε επανκές όμον τα ζερκάδε, θέλω να παρακαθέυω με τα πατσίδε του χωριού, θέλω ν'ελέπω την Φατιμέ και να λεγ'ατένα σα Ρωμεϊκά, “αγαπώ σε”. Ουκί θέλω να είμαι εντάμα με τα ξένα τα πατσίδε το μυρίζουν όμορφα κολώνιας, θέλω ν'επέρω τον μυριχτό τ'έχουνε τεμέτερα τα πατδίδε». Ας τόσον τρανά εκούιζα, λες και εκούσανε με τα ραχία τση Μαύρης Θάλασσας και εκουνίγανε. Άμα σο σαλόνι του οτελί, μόνο ελίγο σοσόνιχτος ακουγούτουν απ'εμένα. Αέτς αρνάσεψα να νομίζω ούλα ατά τε μέτρεσα. Αέτς σο όνειρο μ', εγλέξα και επήγα σο χωρίο. Εκεί που αρνάσεψα ν'επαίρω το δρόμο σον παρχαρί μερέα, να ακούγω την μελωδί του γαβαλί, να μοιρέσκομε τα τέρτε μ' με τα πατσίδε του χωριού, ένας ρεσεψιονίστης εξύμνισε με ασ'όμορφο τ'όνειρο τ'έλεπα. Κάποιος, εράευε με σο τελεφώνι. Έτον εκείνος ο παιδάς τ’ εγνώρισα και είπα 'τονα ν'εφτάει με τελεφώνι όνταν έρχουσαν τουρίστι ασό Γιουνανιστάνι. «Αλήγορ’, έπαρ έναν ταξί και έλα, έρθαν κάτι τουρίστοι ασό Γιουνανιστάνικαι σ'ελίγο ν'αποχωρίγουνταν ασ' οτέλι. Αδά ουκ έμουν για ν'εποίνα σε εμπρότερα τελεφώνι. Αρ έρθα και είδα'τινους», είπε με. Ετότες καλά καλά εξύμνιγα ασόν όνειρό μ'. Επήρεν έναν χαρχαταρία σην ψυ μ'. Ουκ εχώρενεν απέσα μ'. Τα χτυποκάρδε μ' εξέβανε σην κορφή. Ας εμπροτιζνώ τον φουρτουνά πα' οπίς ιχνάρι ουκ επόμεινεν. Έναν χαρά το ουκ εγνώριζα, εγομώθεν απέσα μ'. Λες και κατ'είνα μέτερο τ' ουκ είδα πολλά χρόνε, να πάγω ν'ελέπ' ατόνα.

Αέτς ελάγγεψα έξου, εύρα και ενήβα σε έναν ταξί και επήγα σ'εκείνο τον παιδά. Εκείνος πα' σο ρεσεψιόνι σατ' εδούλευεν, τ'ομάτεν ατ' έξου, εμένα ερέζενεν. Ομόν το είδε με, «δέβα, ακεί πλαν μερέα εν η αραπά», είπε με. Εγώ σίτα εκλώστα οπίς και επήγα σην αραπά κεκά. Το πόσο χτύπο είχεν η καρδία μ', απ' επάν ασά φορεσίας τ'εφόρενα εφανερούτουν. Έγυρα ες εγέρω χαλί είχα. Ουκ έξερνα πα’ τίνα να πάγω ν'ελέπω και με τίνα το να συντυχαίνω. Εντροπεχτά, εσέβα σην αραπά. Μισό γομάτο έτον και επέρμενεν να έρχουνταν οι άλλοι για ν'έχπανεν. Εγώ ελίγο ετέρεσα τσ' ανθρώπους τ' έσανε απές σο οτομπίσι (πούλμαν). Λες κι εράευα κανέναν τ'εγνώριζα. Πολλοί πα’ ετέρεσαν σε μένα μερέα. Εμπρότερα πούθεν ουκείδανε με και κανείς ουκ εγνώριζε με. Εθαρέσανε κάτι να θέλω ατίνους. Ασήν εντροπία μ' ες εκλώσκουμουν οπίς και έγβαινα έξου. Ετότες έρθεν τση μάνα μ' η γλώσσα και έλυσεν την γλώσσα μ' και ερώτεσα, «αδά 'πες απ' εσάς κανείς εξέρ’ Ρωμεϊκά;». Ούλοι άλαλοι εκλώσταν και ετέρεσάνε με. Επορεί να μην εγροίκεσε κανείς τίπο ασ'ατά ντο είπα. Αέτς όμον τ'ετέρενα αδά και ακεί απές σην αραπά, είδα ένα μαμίκα τ'εσκώθεν επάν σα ποδάρεν ατές και εθέλενεν κάτι ν' έλεγε με, άμα ουκ έξερνεν απόθεν ν'αρνασευεν. Ετέρενεν σ'ομάτε μ' απές. Πάλι εγώ έλυσα τη γλώσσαν ατές τ' εκλειδώθεν. Ερώτεσα 'τενα, «ε, μαμίκα, εξέρεις Ρωμεϊκά;». Η γραία υναίκα, εξέγκεν τη λαλίαν ατές και αρνάεσεψεν να συντυχαίνε. «Απόθεν είσαι;», ερώτεσε με. «Ασήν Τραπεζούντα είμαι», είπα 'τενα. Η μαμίκα, όμον το έκουσεν την «Τραπεζούντα», αρνάσεψεν ν' εγβαίν ασόν τόπον ατέςκαι έρτε σο γιάνι μ'. Αέτς, σατή εκράτενεν αδά και ακεί, έσκισε το στενό το σαλωνόπο και έρθε σο γιάνι μ'. Εγώ ετράχωσα και επόμεινα σον τόπο μ', αέτς ομόν το έστεκα ορθά. Ουκ επόρεσα ν'εγροικώ, ν'ερμηνεύω σο νου μ' για το ποίο ατέ η μαμίκα ογράσευ να έρτε σε μένα μερ'. Για τ'ατό, χνουδί ουκί λαΐίστα ασόν τόπο μ' για να πάγω σ'εκείνενα μερέα. Η μαμίκα έρθεν ουκ έρθεν, σίτα ετυλίεν ση γούλα μ' και εγκαλέστε με. Σατή έκλαιεν, «ε πουλί μ’, να ίνομαι γουρπάντης σα ποδάρε σ'», έλεγεν. «Εσύ τ'αραεύεις αδακές, εσείς ακόμα αδακές ζείτε», ερώτενεν. Εκράτενεν ασά ωμία μ' και μία ετέρενε με απές σ'ομάτε μ' και ύσταρο παλ' εγκαλέσκουτουνε με. Ασ'τόσον εγαυρώσεν επάνε μ' και ασ'τόσον έσπιγγε με, τα δάκτυλαν ατές ενούιζα καλά καλά σο πετσί μ'. Εγώ πα ελίγο εκράτενα. Ουκ εξέρνα για το ποίο εγομώθανε τ'ομάτε μ' και εθέλενα ν'έκλαιγα. Αέτς ομόν τ’ έμουνες, έναν λαλία εξύμνισε μας. Ούλιν έρθανε και εθέλεναν ν' εμπένανε σο δρόμο. Ασήν αραπά απές, είς εβούισεν και είπεν τη μαμίκα να δέβεν σον τόπον ατές. Η μαμίκα σατή έκλαιεν, έφηκέ με και εκλώστεν οπίς. Σατή επέγνεν, τ'εμπρόν ατές πα'ουκ ελέπεν. Με το ζόρι επορπάτενεν. Τ'ομάτεν ατές γομομένα δέκρε έσανε. Εγώ πα’ εκατήβα κάτου και εδέβα σην μαμίκα μερέα για ν' έλεπ'ατένα άλλο μία. Η αραπά έχπασεν και επήρεν το δρόμο. Ελίγο ετερέθαμε με την μαμίκα. Εκείνε έκλαιεν. Ελάησε με το χέριν ατές. Η αραπά ομόν τ'εγίρισεν και εχάθεν ασ'ομάτε, εγώ ετότες αρνάσεψα να κλαίγω. Επήγα σε έναν τσουντζί, εκάτσα κά' και έκλαψα ως που εχόρτασα. Λες και η μαμή μ' έρθεν ασό χωρίο είδε με και πάλι εφήκε με μαναχός σο γκουρμπέτι και εκλώστεν οπίς.

Έρθα σο Γιουνανιστάνι
Ύσταρο ασά κανδύο χρόνε, έκοψα το μπιλέτι μ'(εισιτήριο) και εσέβα σο δρόμο για το Γιουνανιστάνι. Ουκ επορώ να ερμηνεύω σας τη χαράν ντο είχα. Πριν φτασείναι σα σύνορε, η καρδία μ' παλ' επήρεν άψιμο. Αέτς εφτάσαμε και εδέβαμε ασό σύνοροι. Η ψυ μ' απέσα μ' και εγώ σην αραπά ουκεχώρεναμε. Εθέλενα ν'εγβαίνα έξου και έβρισκα κάποιον άνθρεπο για νε συντύχαινα με τ'εκεί Ρωμεϊκά. Νε τέρενα εγροικάει με γιαμ ουκεγροικάει με. Ν'εγόραζα κάτι τ'εθέλενα σατή εσυντύχαινα τση μάνα μ' τη γλώσσα. Σατή επέγναμε σο δρόμο, καπούκεκα η αραπά 'μουνα εστάθεν για το φαγί. Εξέβα έξου και ομόν παλαλός ετέρεσα αδά κκεί. Επήγα, εύρα είναν και ερώτεσα 'τονα που εν το τουαλέτι, έδειξε μ' α’, έναν άλλον π'εύρα, ερώτεσα 'τονα που επορώ και τρώγω φαγί, έδειξέ με την λοκόντα (εστιατόρειο), ύσταρο εξέβα έξου και ογράσεψα να συντυχαίνω με όποιον έβρισκα εμπρό μ'. Εξέβα ασήν Τουρκία το έκρυφταμε τη γλώσσα μουνα και έρθα σο Γιουνιστάνι. Αδά και κά' νε συντύχαινα μαναχό τση μάνα μ' τη γλώσσα γι ν'εγροικισκούμουνε με τσ'ανθρώπους. Άλλο ουκε ν' έκρυβα τη γλώσσα μ' και άλλο ούκε ν' εντρεπούμουν ν’ εσυντύχαινα ατό. Τρανό χαρά.

Ύσταρο, εσέβαμε σην αραπά και επήραμε το δρόμο για την Αθήνα. Σο δρόμο σατή έρχουμουνες' ετέρενα τα γράμματα και ογράσευα νε μάθενα ‘τά. Όνταν έφτασαμε στην Αθήνα, εβραδέσαμε. Εξέβαμε έξου και ο καθαείς επήρεν το δρόμον ατ'. Εγώ επήγα εύρα έναν οτέλι και έμεινα. Όνταν εσκώθα τ’ άλο την ημέρα, η ώρα εδέβεν. Έξου έβρεχεν. Εξέβα σο παλκόνι και ετέρεσα όλη την Αθήνα. Έναν τρανό πόλη. Οι άνθρωποι κάτου σα δρόμε, ο ένας αδά επέγνεν και ο άλλος ακεί. Το ν'εποίνα και που ν'επέγνα, ουκ εξέρνα.

Έβρα και εγνώριγα με τσοι μέτερους
Ύσταρο ασά δύο, τρία μήνας, εύρα τσοι μέτερους Ρωμαίους ασήν Μαύρη Θάλασσα. Αέτς αρνάσεψα ν'εγνωρίγομε με τ'εμέτερους. Όσον εδέβαν τα ημέρας, τα μήνας και τα χρόνε, εγνώρισα πολλούς Ρωμαίους το είχανε ρίζας ασήν Μαύρη Θάλασσα. Αδά και κά' «Πόντιοι» έλεγαν ατίνους. Με τα εγνωριμίας τ'εποίκα, έναν ημέρα' εβρέθα σε έναν ρωμέικο χωρίο. Εγέντουμουν μουσαφίρης σε έναν οσπίτι. Έτον εκεί έναν μαμίκα το άκουεν Σουμέλα. Όνταν είπα 'τενα ότι είμαι ασήν Τραπεζούντα, εκείνε πα' αρνάσεψεν σα κλάμματα. Είπε με, ένα σουρί ιστορίας ασήν Μαύρη Θάλασσα. Είπε με όνταν εξέγκανε τσοι Ρωμαίους ασά χωρία 'τουνα, σα δρόμε επανκές εσκοτώθανε και εχάθανε πολλοί άνθρωποι και πολλά γαρδελόπα ασοί Ρωμαίους. Σα παλαιά τα χρόνε, σην Μαύρη Θάλασσα τα νιφάδε έσαν μικρά. Πολλά μικρά έντριζανε τα πατσόπα. Για τ'ατό, πολλά ασά νιφάδε, τ' εχάσανε τα παιδίαν ατουνα, ύσταρο κες' εχάσανε και το νου 'τουνα και επαλαλώθανε. Η μαμίκα Σουμέλα, σατή ξεφορτούτουνε επάνε μ' το βαρύ το γομάρι 'τες τ'εκοβάλενεν ατόσον χρόνε, εγώ πάλι σο νου μ' εβρέθα σην Ανταλάια και έρθεν σ'αχύλι μ' εκείνε η μαμίκα το επέντεσα σο τουριστικό το γκρούμπι. Αρ εγροίκεσα για το ποίο εγάβρωσεν επάνε μ' και έκλαιεν ατόσον πολλά. Ποιος εξέρ’, επορεί να έτον επ'εκείνα ασά νιφάδε τ’ εχάσανε τα πουλόπαν 'ατουνα σα δρόμε επανκές και αέτς όμον το έβρε με, εθάρεσεν, ότι έμουνε το χαμένο το πουλόπον ατές...

Όλον ο υσταρνός όντα χάται...
Θέλω ν'εξέρειτε. Ο Πόντος, ουκ εχάθεν. Ο Πόντος γιασαγεύ’, ζει άμα ψυχομαχίζ’. Τα Ρωμεϊκά 'μουνα χάνταν στέκουν. Οι πιο πολλοί απ'ατινούς τ'εσυντύχαιναν αυούτο τη γλώσσα, εξέβαν ασά χωρία και εσκορπίγαν σ'ούλο την Ανατολή. Σα χωρία ελίγοι επόμινεν.  Οπ'επόμειναν πα' είναι γραίοι και γέροι. Μαμίδες και παππούδες το περμένουν να δίγουν την ψυν άτουνα για να θάφκουνταν σα χώματα 'τουνα. Σ' όρος καϊνείς ού’ πάεικαι αέτς, τα ονέματα ασά δέντρα ανεσπάλκουνταν στέκουν. Πατσίδε και νιφάδε πα’ ουκ επόμειναν το πάνε σ' όρος, κόφτουν και φορτούντανε χορτάρε. Για τ'ατό, ούλα τα ονέματα ασά φυτά, ασά χορτάρε και ασά τσιτσέκε πα’ χάνταν στέκουν. Τα μικρά τα παιδόπα και τα πατσόπα πολλά ελίγα Ρωμεϊκά εξέρουν. Αρνάσεψαν 'νάμεσα 'τουνα να συντυχαίνουνε μαναχό τα τούρκικα. Τ'εκεινέτερα τα γαρδέλε, Ρωμεϊκά ούκε ν'εξέρουν. Εκείνοι το εξέβαν ασό χωρίο και εσκορπήγαν αδά κκεί σοι ξένους απές, ου πορούν να συντυχαίνουν τα Ρωμεϊκά όμον το θέλουν. Αέτς όσο δέβεν ο χρόνος ανεσπάλουν ατά.

Ουκ εξέρω επ'εκεινούς το εξέβαν ασό χωρίο, πόσιοι άνθρωποι, ποιός πάππος, ποιά μαμίκα, ποιά νύφε, ποιά πατσή και ποιός παιδάς σε ποιο πουτζαχί (γωνία), σε ποιο τσουντζί (γωνία), μαναχός κάθεται και νουνείζ' το χωρίον ατ'. Ουκ εξέρω πόσοι κλαίγουν και άλλοι πουστουρίζουν τα Ρωμεϊκά 'τουνα, τη γλώσσα τση μάνας ατουνα. Άμα εξέρω, με τον κάθε είναν το ψυχομαχίζ’, ψυχομαχίζουν και τα Ρωμεϊκά. Με τον κάθε είναν το δίγει την ψυν ατ', με τ'εκείνονα εντάμα χάντανε και ένα σουρί Ρωμεϊκά κελιμέδες (λέξεις). Και όλον ο υσταρνός τ'εξέρ Ρωμεϊκά, όνταν δίγει την ψυν ατ' και χάται, ετότες να χάνταν και ούλα τα Ρωμεϊκά. Ετότες να χάτε και ο Πόντος!
 
Ετότες, τα Ρωμεϊκά λαλίας πα' να κόφκουνταν. Άλλο Ρωμεϊκό λαλία, ούκε ν'ακούετε πουθενκεκά. Άλλο Ρωμέικα λαλίας ούκε να σκορπίγουνταν σον ουρανό. Και η αγάπη σ' αυούτο τη γλώσσα, άλλο ούκε ν'επορεί και σον ουρανό ευρίεται με τ'αδέλφεν έθε. Άλλο η αγάπη, ούκε ν'επορεί και εντάμον με την αγάπην έθε και λέει εκεί «αγαπώ σε».

Συγγραφέας: Βαχίτ Τουρσούν 20/04/2014, Νέα Μάκρη/Αθήνα
Μετατροπή από Λατινικούς σε Ελληνικούς χαρακτήρες: Χρήστος Κωνσταντινίδης

Πλεονασματικά ελλειμματικό το ελλιποβαρές πρωτογενές "πλεόνασμα"

Κόλαφος κατά της Ελλάδας και της Ε.Ε: Η Ελλάδα έχει πρωτογενές έλλειμμα 8,7%

24 Απριλίου 2014
Αποστομωτική απάντηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την κυβέρνηση έδωσε ο ο επικεφαλής του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (Ifo) του Μονάχου, Χανς-Βέρνερ Ζιν.
Λίγες ώρες μόνο μετά την επίσημη (μη) ανακοίνωση του πρωτογενούς πλεονάσματος από τηνEurostat έβγαλε ανακοίνωση με την οποία λέει ότι η Ε.Ε. παραπλανά τον κόσμο και στην ουσία αυτό που ανακοίνωσαν είναι πρωτογενές έλλειμα 8,7%.
«Η ελληνική κυβέρνηση σαφώς δεν έχει πλεόνασμα στον προϋπολογισμό της, όπως μεταδόθηκε χθες»και τονίζει:
«Στην πραγματικότητα, δεν μπορεί να μιλήσει κανείς για τέτοια πλεονάσματα προϋπολογισμού.
Αυτό που έβαλε η τρόικα να ανακοινώσει ένας εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις Βρυξέλλες ήταν ένας αριθμός, ο οποίος απλώς εξαιρούσε οποιαδήποτε στοιχεία δαπανών τα οποία έχουν χαρακτηριστεί ως μη επαναλαμβανόμενα, κυρίως το κόστος διάσωσης των τραπεζών, αν και δεν μπορεί κανείς να προβλέψει ότι στα επόμενα χρόνια δεν θα απαιτηθούν περαιτέρω κεφάλαια για τη διάσωση των τραπεζών.
Τα δημοσιονομικά υπόλοιπα είναι πάντα θετικά, εάν αφήσεις απέξω αρκετά στοιχεία δαπανών. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να τηρεί κανείς τους κανόνες της Eurostat για τον υπολογισμό του πρωτογενούς ελλείμματος και όχι να κάμπτει αυτούς τους κανόνες κατά βούληση όπως είναι κάθε φορά βολικό».
Όπως επισημαίνει ο διεθνούς φήμης οικονομολόγος στην ανακοίνωση, σύμφωνα με τους κανόνες του Μάαστριχτ και όπως ανακοίνωσε η Eurostat, το έλλειμμα της Ελλάδας για το 2013 έφτασε τα 23 δισεκατομμύρια ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε 12,7% του ελληνικού ΑΕΠ.
Το πρωτογενές έλλειμμα που ανακοινώθηκε από την Eurostat, με άλλα λόγια το έλλειμμα χωρίς το βάρος των επιτοκίων, ήταν σαφώς αρνητικό, στο 8,7% του ΑΕΠ, συνεχίζει ο κ. Ζιν και τονίζει:
«Η ελληνική κυβέρνηση σαφώς δεν έχει πλεόνασμα στον προϋπολογισμό της, όπως μεταδόθηκε χθες. Η Ελλάδα είναι στο χείλος της χρεοκοπίας και θα είχε αναγκαστεί να κηρύξει πτώχευση προ πολλού, εάν οι ιδιωτικές πιστώσεις δεν είχαν αντικατασταθεί από πιστώσεις με χαμηλό επιτόκιο από τα κράτη-μέλη.
Όλες οι προβλέψεις για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους που έχουν δημοσιοποιηθεί τα τελευταία χρόνια από την τρόικα και την ΕΕ βασίζονταν σε δραματικά υπερβολικές εκτιμήσεις ανάπτυξης.
Ο μόνος λόγος που η Ελλάδα μπορεί να έχει και πάλι πρόσβαση στις χρηματαγορές είναι οι άμεσες και οι υπαινισσόμενες υποσχέσεις διάσωσης από την κοινότητα των κρατών και την ΕΚΤ, οι οποίες σημαίνουν ότι, σε περίπτωση κρίσης, την αποπληρωμή θα αναλάμβαναν οι φορολογούμενοι άλλων χωρών». 
http://www.tribune.gr/economy/news/article/26652/kolafos-kata-tis-elladas-ke-tis-e-e-ellada-echi-protogenes-ellimma-87.html

Τετάρτη 23 Απριλίου 2014

«Βαθύ λαρύγγι στο Μαξίμου»

Υπάρχει «βαθύ λαρρύγγι» στο Μαξίμου; Ορίζεται η κυβερνητική πολιτική από στελέχη ξένων υπηρεσιών και συμφερόντων; Υφίσταται διείσδυση πρακτόρων στους κόλπους της κυβέρνησης;
Τα ερωτήματα αυτά, αποτελούν αντικείμενο έρευνας από τις δικαστικές αρχές και αφορούν προσωπικά τους Σαμαρά και Παπανδρέου, σύμβουλοι και φίλοι των οποίων ερευνώνται για τη σχέση τους με μυστικές υπηρεσίες, αφού όπως προκύπτει από τηλεφωνικές επικοινωνίες, καταγεγραμμένες από την ΕΥΠ, τις οποίες αποκαλύπτει το Hot Doc το περιβάλλον του νυν και του πρώην πρωθυπουργού εμφανίζεται να σχετίζεται με την προώθηση ξένων συμφερόντων και όχι μόνο…
Διαβάστε επίσης, την αποκλειστική συνέντευξη του επί 40 χρόνια πρωθυπουργικού φίλου και εμπλεκόμενου στην υπόθεση, ο οποίος αποκαλύπτει σημαντικές λεπτομέρειες και εξηγεί τις προθέσεις του, αλλά και για το μυστήριο παρελθόν του συνομιλητή του και πρώην συμβούλου του Γιώργου Παπανδρέου.
Όλες οι λεπτομέρειες μια υπόθεσης που στην καλύτερη περίπτωση αφορά εξωθεσμική λειτουργία προσώπων που επί δεκαετίες παρεμβαίνουν στη διπλωματία και την πολιτική και στη χειρότερη αποτελεί σκάνδαλο κατασκοπείας που βάζει στο κέντρο τον νυν και τον πρώην πρωθυπουργό, στο Hot Doc που κυκλοφορεί από την Πέμπτη 24 Απριλίου. 

Η ηθοποιός Στέλλα Παπαδημητρίου υποψήφια περιφερειακή σύμβουλος με τον Μάρκο Μπόλαρη

Βιογραφικό Στέλλας Παπαδημητρίου
Γεννήθηκε στο Σιτοχώρι Σερρών. Μητέρα ενός γιου. Το 1973 αποφοιτά από τη Σχολή Σταυράκου στη Θεσσαλονίκη. Από το πρώτο έτος της σχολής προσλαμβάνεται από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος στο χορό του Αρχαίου Δράματος, όπου παρέμεινε μέχρι το 1979, παίζοντας σημαντικούς ρόλους του ελληνικού και διεθνούς δραματολόγιου. Από το 1982 έως το 1985 συμμετέχει σε παραστάσεις του Ελεύθερου Θεάτρου, ενώ από το 1985 έως το 1990 ανήκει στο Δυναμικό του Εθνικού Θεάτρου. Πλούσια είναι η παρουσία της στα ΔΗΠΕΘΕ Λάρισας και Σερρών, αλλά και στο Ελεύθερο Θέατρο. Έχει συμμετάσχει σε τηλεοπτικές μεταφορές θεατρικών έργων και σε πολλές τηλεοπτικές σειρές (Δακρυσμένα Φεγγάρια, Κόκκινο Βαθύ, Τα Μυστικά της Εδέμ).
bolaris.gr

Τέσσερις νέους υποψηφίους ανακοίνωσε ο Μάρκος Μπόλαρης

Τέσσερις νέους υποψηφίους ανακοίνωσε ο Μάρκος Μπόλαρης:
Σε φουλ ρυθμούς πλέον ο υποψήφιος περιφερειάρχης που ξεπέρασε το πρόβλημα υγείας έπειτα από 15 μέρες
Επιστροφή στην ενεργό δράση από σήμερα (έπειτα από 15 ημερών ταλαιπωρία, λόγω ασθένειας) για τον υποψήφιο περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας της παράταξης «Συμμετέχω», Μάρκο Μπόλαρη.
Ο κ. Μπόλαρης μετά την περιπέτειά του μπαίνει στην τελική ευθεία και μάλιστα σε πολύ έντονους ρυθμούς, καθώς έχει να συμπληρώσει μεγάλο μέρος του ψηφοδελτίου του με υποψήφιους περιφερειακούς συμβούλους και τα χρονικά περιθώρια έχουν στενέψει.
Σήμερα ανακοινώθηκαν τρία ονόματα υποψηφίων περιφερειακών συμβούλων στο νομό Θεσσαλονίκης και ένα στο νομό Σερρών. Ανάμεσά τους ο κ. Αλέξανδρος Διαμαντόπουλος, όπως είχε γράψει από το πρωί η Voria.gr. Στη Θεσσαλονίκη επίσης υποψήφιοι της αυτοδιοικητικής κίνησης «Συμμετέχω» είναι ο οικονομολόγος επιχειρηματίας, Ευάγγελος Αντωνίου και ο ηλεκτρολόγος επιχειρησιακής πληροφορικής, Ευάγγελος Μπιτσίμης. Στις Σέρρες υποψήφιος θα είναι ο διευθυντής του Εργοστασίου Ζάχαρης Σερρών, χημικός μηχανικός, Δημήτρης Γιαννακίδης.
Μέχρι το τέλος της εβδομάδας αναμένεται νέο κύμα υποψηφίων.

Στην Ημαθία ο Μπόλαρης

Στην Ημαθία ο Μπόλαρης: Στο πλαίσιο της περιοδείας τουΣτον νομό Ημαθίας θα περιοδεύσει την  Πέμπτη, ο υποψήφιος περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας, Μάρκος Μπόλαρης.

Ο επικεφαλής της ανεξάρτητης αυτοδιοικητικής κίνησης «Συμμετέχω» θα συναντηθεί το πρωί με παραγωγικούς φορείς, στην πόλη της Νάουσας, ενώ στη συνέχεια θα μεταβεί στο εμπορικό επιμελητήριο της Βέροιας.
Μετά το μεσημέρι θα επισκεφθεί τον αγροτικό σύλλογο στην Αλεξάνδρεια. 

Τρίτη 22 Απριλίου 2014

Σαμπιχά Σουλεϊμάν: «Ο ΣΥΡΙΖΑ με απέπεμψε - φαίνεται πως ήθελαν υποψήφιο τουρκικής συνείδησης»

«Συμπαγές τουρκικό πράγμα η μειονότητα» λέει υποψήφιος του ΣΥΡΙΖΑ


Συνέχεια στην υπόθεση της αποπομπής της από το ευρωψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ έδωσε την Τρίτη του Πάσχα η Σαμπιχά Σουλεϊμάν, γεγονός που αυξάνει τις αναταράξεις στην Κουμουνδούρου σχετικά με το θέμα. 

Μιλώντας στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ η μέχρι και χθες υποψήφια ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ τόνισε: «Ουδέποτε παραιτήθηκα, ναι, με απέπεμψαν».

Η υποψηφιότητα της Σουλεϊμάν αποσύρθηκε το απόγευμα της Δευτέρας του Πάσχα. Το όνομά της στην ευρωλίστα αντικαταστάθηκε από αυτό του Μεστάν Οζμάν Ουμίζ. 

Η Σαμπιχά Σουλεϊμάν είπε ότι τη Δευτέρα το απόγευμα ο γραμματέας του ΚΠΕ του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Βίτσας τής τηλεφώνησε και τής ανακοίνωσε την απόσυρσή της υποψηφιότητάς της, χωρίς να τής εξηγηθεί ο λόγος. 

«H Kεντρική Επιτροπή ψήφισε υπέρ εμού, ήταν πολύ ξαφνικό... ναι, με απέπεμψαν. Φαίνεται πως ήθελαν υποψήφιο τουρκικής συνείδησης...» δήλωσε χαρακτηριστικά η Σαμπιχά Σουλεϊμάν. Η ίδια μάλιστα κατήγγειλε: «Πριν από κάποια χρόνια δέχθηκα επίθεση από ανθρώπους τούρκικης καταγωγής.» 

«Θα το δούμε στην πορεία αν θα ξαναασχοληθώ με την πολιτική εμείς θέλουμε τα παιδιά μας να μαθαίνουν ελληνικά και να πηγαίνουν στα δημόσια σχολεία» προσέθεσε.

Η υποψηφιότητα της Σαμπιχά Σουλεϊμάν είχε ήδη προκαλέσει αντιδράσεις τόσο στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ όσο και στους κόλπους της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης. 

«Συμπαγές τουρκικό πράγμα η μειονότητα» λέει υποψήφιος του ΣΥΡΙΖΑ
Χαρακτηριστική είναι η τοποθέτηση του Δημήτρη Χριστόπουλου, υποψήφιου στο ευρωψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος σε συνέντευξή του σχολίασε για τη Σαμπιχά Σουλεϊμάν: «Βάλθηκαν να μας πουν ότι η μειονότητα δεν είναι ένα ενιαίο συμπαγές τούρκικο πράμα»! 

Ο Δημήτρης Χριστόπουλος είναι αντιπρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τόνισε πως δεν θα μπορούσε να είναι στο ίδιο ψηφοδέλτιο με τη Σαμπιχά Σουλεϊμάν και τέθηκε κατά των εθνικισμών «τουρκικών αλλά και ελληνικών».

Σε συνέντευξή του στο XanthiPress.gr ο Χριστόπουλος είπε πως ο ίδιος εργάστηκε για την απόσυρση της υποψηφιότητας της Σουλεϊμάν και ακολούθως ισχυρίστηκε πως «από τη στιγμή που η ελληνική πολιτική στη Θράκη άλλαξε και από πολιτική διακρίσεων έγινε «ισονομία – ισοπολιτεία» οι διάφοροι μηχανισμοί ελαφρού και βαθέος κράτους βάλθηκαν να μας πουν ότι η μειονότητα δεν είναι ένα ενιαίο συμπαγές τούρκικο πράμα αλλά δύο και τρεις εθνοτικές ομάδες, "πομάκων, τσιγγάνων και τουρκογενών". Με το "γένος" δεν τα πάω καλά, όχι διότι δεν μου αρέσει το Πατριαρχείο αλλά διότι είμαι πολίτης ενός νεωτερικού σύγχρονου κράτους. Έτσι νομίζω τουλάχιστον».

Τι είπε ο Νίκος Παπάς
Προσπαθώντας να εξωραΐσει την κατάσταση που επικρατεί στην Κουμουνδούρου αναφορικά με την υπόθεση της Σουλεϊμάν, ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου του Αλ. Τσίπρα, Νίκος Παπάς δήλωσε: «Ο ΣΥΡΙΖΑ παίρνει αποφάσεις όχι με βάση της μεγιστοποίηση των ποσοστών του αλλά βάσει και άλλων ισορροπιών που πρέπει να τηρούνται».

Μιλώντας στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ, ο Παππάς είπε ότι «η Θράκη είναι ευαίσθητη περιοχή» και προσέθεσε πως θα συνιστούσε και στα κυβερνητικά στελέχη να είναι προσεκτικοί για το πώς χειρίζονται κάποια θέματα. 

«Είναι έτοιμοι να μας βρίσουν παντός καιρού» τόνισε χαρακτηριστικά αναφερόμενος στις δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών. Είπε μάλιστα ότι είναι γνωστό και έχει γραφτεί ότι θα υπάρξει μειονοτικό ψηφοδέλτιο.

«Οι ίδιοι κύριοι οι οποίοι ανέξοδα -όπως ο κ. Γεωργιάδης- έλεγαν ότι η αξιωματική αντιπολίτευση ασκεί πολιτική τουρκικού προξενείου είναι εκείνοι που εξαπολύουν επίθεση εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ με βάση την συγκεκριμένη υποψηφιότητα» σημείωσε χαρακτηριστικά.

Για το ενδεχόμενο υποψηφιότητας του Λάκη Λαζόπουλου στο ευρωψηφοδέλτιο δήλωσε ότι θα ήταν θετική. «Έκανε τους πάντες να καταλάβουν πως τοποθετείται ο ίδιος ...» τόνισε ο κ. Παππάς, προσθέτοντας ότι το ευρωψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ σε συνδυασμό με την υποψηφιότητα του Αλέξη Τσίπρα για την προεδρία της Κομισιόν δίνουν πολιτικά μηνύματα.

Η αποπομπή της Σαμπιχά Σουλεϊμάν από το ευρωψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ δεν πέρασε ασχολίαστη από τον πολιτικό κόσμο. 

Χαρακτηριστικότερη ίσως όλων είναι η δήλωση του Θόδωρου Πάγκαλου στον ΒΗΜΑ FM ότι με την απομάκρυνσή της από την ευρωλίστα, ο ΣΥΡΙΖΑ «κηρύσσει πίστη» στο τουρκικό προξενείο της Κομοτηνής και «έσκυψε το κεφάλι στον Ερντογάν».

«Ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει τεμενά στον Ερντογάν και κηρύσσει πίστη στα θέσφατα του προξενείου... Την αντικατέστησε με έναν νεολαίο του ΣΥΡΙΖΑ, κοντινό συνεργάτη του βουλευτή Ξάνθης του ΣΥΡΙΖΑ και έχει άριστες σχέσεις με το προξενείο» είπε στον ΒΗΜΑ FM 99,5 ο Θόδωρος Πάγκαλος.

Τα σχόλια της ΝΔ

«Η υπόθεση με τον αποκλεισμό της κ. Σαμπιχά, αποτελεί σοβαρό θέμα μετά και τα όσα έχει καταγγείλει για την καταπίεση που δέχονται οι πομάκοι από τους υπόλοιπους μουσουλμάνους τουρκικής καταγωγής. Το άλλο με τον Λαζόπουλο είναι φαιδρό» δήλωσε από την πλευρά του ο Άδωνις Γεωργιάδης. 

Η βουλευτής της ΝΔ Σοφία Βούλτεψη είπε: «Μού κάνει εντύπωση πώς ξαφνικά ο ΣΥΡΙΖΑ ανακάλυψε ότι η Θράκη είναι ευαίσθητη η Συνθήκη Λωζάνης προβλέπει ότι στη Θράκη υπάρχει μουσουλμανική μειονότητας, δηλαδή θρησκευτική και στην Τουρκία ελληνική».

Ο Σαλονικιός νεολαίος που ξέρει να νικά - Αλέξανδρος Διαμαντόπουλος

Πολλοί λίγοι, ελάχιστοι στις περιφεριακές εκλογές του 2010 θα περίμεναν πως ο νεολαίος που συστρατεύτηκε με τον Μάρκο Μπόλαρη εναντίον του συστήματος Ψωμιάδη θα μπορούσε τότε να εκλεγεί. 
Πιστός στην μαχητικότητα του Μακεδονικού ονόματός του, όμως, ο Αλέξανδρος το έκανε το θαύμα του: Σε ηλικία που άλλοι ξημεροβραδυάζονται στις καφετερίες, ο Αλέξανδρος Διαμαντόπουλος ήταν ο νεότερος εκλεγμένος Περιφεριακός σύμβουλος από την Θεσσαλονίκη. Πάντα παρών στις συνεδριάσεις του Περιφεριακού Συμβουλίου, έδωσε το δικό του στίγμα στην κριτική της "διαχείρισης διά της ακινησίας" που διέκρινε το αποτελμάτωμα της παρούσας Περιφεριακής διοίκησης στην Κεντρική Μακεδονία.  
Ο Αλέξανδρος Διαμαντόπουλος είναι στέλεχοςς στα ΚΕΚ ΄Ακμων, και ανήσυχος όπως είναι, μετά το πρώτο του πτυχείο έβαλε ήδη πλώρη γιά ανώτερες σπουδές. Πέρα από την εργασία του στον Άκμωνα και τα αυτοδιοικητικά του καθήκοντα, Αλέξανδρος Διαμαντόπουλος εργάζεται εντατικά πάνω στο Μεταπτυχιακό του, στο Τμήμο α Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. 
Στο σημερινό κάλεσμα του Μάρκου Μπόλαρη, ο κ. Διαμαντόπουλος έδωσε και πάλι το παρών του και "συμμετέχει"! 
"Συναντηθήκαμε", λέει ο ίδιος, "σήμερα με τον υποψήφιο Περιφερειάρχη Μάρκο Μπόλαρη και του εκδήλωσα τα ενδιαφέρον μου να είμαι στο πλευρό του για την αλλαγή και την ανάπτυξη στην Κεντρική Μακεδονία. 
Το 2010 για λίγους ψήφους η Μακεδονία στερήθηκε τις υπηρεσίες ενός έντιμου και ηθικού ανθρώπου και πολιτικού. 
Στις εκλογές του Μαΐου οι πολίτες της Κεντρικής Μακεδονίας θα στείλουν το δικό τους μήνυμα στα ψευδεπίγραφα γαλάζια διλήμματα και σε όσους επιδιώκουν να κάνουν την αυτοδιοίκηση καθρέπτη των υπαρξιακών τους αδιεξόδων. 
Η μόνη καθαρή και έντιμη υποψηφιότητα για την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας είναι ο Μάρκος Μπόλαρης. Συμμετέχω!..."

ΜΗΜ

ΠΩΣ Ο “ΠΑΤΕΡΟΥΛΗΣ” ΣΤΑΛΙΝ ΕΞΟΝΤΩΣΕ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΕΣΣΔ

stalin-pontiakh-diaspora

Από την “Καθημερινή” μεταφέρουμε το άρθρο του γνωστού Ιστορικού του Ποντιακού Ελληνισμού, Βλάση Αγτζίδη για τα 76 χρόνια από την ημέρα που ο “Πατερούλης” Στάλιν εξόντωσε τον Ελληνισμό της Σοβιετικής Ένωσης.

Η «Ελληνική Επιχείρηση» του Στάλιν
Σαν σήμερα πριν από 76 χρόνια δόθηκε η εντολή για οργανωμένη εξόντωση των Ελλήνων της ΕΣΣΔ, με δεκάδες χιλιάδες θύματα
Του Βλάση Αγτζίδη (διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας και μαθηματικός)
Η 15η Δεκεμβρίου του 1937 θεωρείται η ημέρα που ο όρος «Ελληνας» μετατράπηκε σε πολιτική κατηγορία και οδήγησε σε μαζικές συλλήψεις κατά των μελών της ελληνικής μειονότητας στη Σοβιετική Ενωση. Οι διώξεις συμπεριέλαβαν όλους τους άρρενες Ελληνες ανεξάρτητα από την πολιτική ή κοινωνική τους θέση. Συνελήφθη όλη η ελληνική ηγετική ομάδα που αποτελείτο από πιστά μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος. Συνελήφθησαν τόσο οι ντόπιοι Ελληνες (Μαριουπολίτες, Πόντιοι, απόγονοι των παλιών μεταναστών από τον ελλαδικό χώρο), όσο και οι πολιτικοί πρόσφυγες από Ελλάδα -μέλη και φίλοι του ΚΚΕ- που είχαν καταφύγει στη Σοβιετική Ενωση για να αποφύγουν τις πολιτικές διώξεις που είχαν ξεκινήσει με το Ιδιώνυμο (1928) και εντάθηκαν την περίοδο της δικτατορίας του Ιωάννη Μεταξά.
Με το Διάταγμα-Ντιρεκτίβα 50215 που έφερε την υπογραφή του επικεφαλής της Κρατικής Ασφάλειας (ΝΚVD) Νικολάι Γιεζόφ, η ελληνική σοβιετική μειονότητα είχε θεωρηθεί ύποπτη. Σύμφωνα με αυτήν την αντίληψη, η εθνοτική καταγωγή ταυτιζόταν με πολιτικό αδίκημα. Υπολογίζεται ότι η Ασφάλεια συνέλαβε 15.000 πολίτες ελληνικής καταγωγής. Ενα σημαντικό τμήμα της μειονότητας, που προερχόταν από τις περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και είχε εγκατασταθεί στην ΕΣΣΔ εξαιτίας της Μικρασιατικής Καταστροφής, βίωνε για δεύτερη φορά μέσα σε λίγα χρόνια μια παρόμοια κατάσταση, καθώς λίγα χρόνια πριν είχε βρεθεί στο στόχαστρο των Νεότουρκων εθνικιστών. Η πολιτική αυτή της συλλογικής ευθύνης λόγω της ένταξης σε μια εθνοτική ομάδα και της ενοχοποίησης της πολιτισμικής ταυτότητας, θα αποτελέσει βασικό άξονα της σταλινικής πολιτικής κατά συγκεκριμένων μειονοτικών ομάδων.
Ενα διάταγμα σήμανε τις ομαδικές διώξεις κατά της μειονότητας
Τα σύννεφα είχαν αρχίσει να πυκνώνουν από το φθινόπωρο του ’37. Ο Ivan Tzouha (Iβάν Τζουχά) στο βιβλίο του «Gretseskayia Operatsia» («Ελληνική Επιχείρηση») αναφέρει ως πρώτη επίσημη πράξη κατά των μειονοτήτων, την απόφαση που ελήφθη στη συνεδρίαση του Οργανωτικού Γραφείου της Κ.Ε. του Κομμουνιστικού Κόμματος (ΠΚΚ-μπ) με βάση την οποία η ύπαρξη εθνικών σχολείων (φινλανδικών, γερμανικών, αγγλικών, ελληνικών κ.λπ.) θεωρείτο «επιβλαβής» για τον σοβιετικό σοσιαλισμό και καλούσε τους υπεύθυνους της NKVD να λάβουν τα αναγκαία μέτρα. Τότε έκλεισαν 250 ελληνικά σχολεία στον Καύκασο, την περιοχή Κρασνοντάρ (Νότια Ρωσία), την Κριμαία και την περιοχή της Αζοφικής (Μαριούπολη-Ντονιέτσκ).
Η πολιτική της στοχοποίησης της ελληνικής μειονότητας θα κωδικοποιηθεί με το Διάταγμα-Ντιρεκτίβα υπ. αριθμ. 50215. Στο Διάταγμα που είχε την υπογραφή του Γιεζόφ, «επιτρόπου του ΛΚΕΥ (Λαϊκό Κομισαριάτο Εσωτερικών Υποθέσεων) της ΕΣΣΔ, γενικού επιτρόπου της Κρατικής Ασφάλειας», αναφέρονταν τα εξής:
«Παράλληλα με την κατασκοπευτική και υπονομευτική δραστηριότητα προς το συμφέρον των Γερμανών και των Ιαπώνων, η ελληνική κατασκοπεία αναπτύσσει εντατική αντισοβιετική και εθνικιστική δραστηριότητα, στηριζόμενη σε πολίτες με αντισοβιετικές βλέψεις… ανάμεσα στον ελληνικό πληθυσμό της ΕΣΣΔ. Με σκοπό την αναχαίτιση της δραστηριότητας της ελληνικής κατασκοπείας στο έδαφος της ΕΣΣΔ ΔΙΑΤΑΣΣΩ:
Στις 15 Δεκεμβρίου ταυτόχρονα, σ’ όλες τις Δημοκρατίες και τις Περιφέρειες, να συλληφθούν όλοι οι Ελληνες, οι οποίοι είναι ύποπτοι για κατασκοπευτική, αντάρτικη και εθνικιστική αντισοβιετική δραστηριότητα.
Συλλαμβάνονται όλοι οι Ελληνες (Ελληνες υπήκοοι και πολίτες της ΕΣΣΔ) των εξής κατηγοριών:
Α) Οσοι είναι εγγεγραμμένοι στον κατάλογο του ΛΚΕΥ και όσοι είναι υπό παρακολούθηση.
Β) Πρώην μεγαλέμποροι, μαυραγορίτες και λαθρέμποροι.
Γ) Ελληνες που αναπτύσσουν εντατική εθνικιστική δραστηριότητα, πρώτοι απ’ όλους οι πρώην κουλάκοι και όσοι απέφυγαν την αποκουλακοποίηση.
Δ) Πολιτικοί πρόσφυγες από την Ελλάδα και όλοι οι Ελληνες, οι οποίοι ήρθαν παράνομα στην ΕΣΣΔ, άσχετα από ποια χώρα έφτασαν».
Προσπαθώντας να μελετήσω την άγνωστη ιστορία του σοβιετικού ελληνισμού και ειδικά την εποχή των σταλινικών διώξεων, συνάντησα κάποιους αξιοσημείωτους ανθρώπους που έζησαν σε όλες τις μορφές τη βία εκείνης της εποχής. Τον Γιάννη Καραμανίδη τον συνάντησα στα τέλη της δεκαετίας του ’80 σ’ ένα φτωχικό αυθαίρετο σπιτάκι στην Ανω Φούσα Ασπροπύργου. Ο Καραμανίδης είχε βιώσει όλη την κοσμογονική αλλαγή που συνέβη στις δύο ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Τη γενοκτονία και την κυριαρχία του τουρκικού εθνικισμού στις περιοχές του μικρασιατικού Πόντου, την προσφυγιά στη Σοβιετική Ενωση και τις πολιτικές εξελίξεις του Μεσοπολέμου. Εζησε τη Νέα Οικονομική Πολιτική (ΝΕΠ) και υπήρξε θύμα του σταλινισμού κατά την έναρξη της «Ελληνικής Επιχείρησης». O Kαραμανίδης ήταν γόνος εύπορης οικογένειας των Κοτυώρων του μικρασιατικού Πόντου. Η πολιτική των Νεότουρκων τον υποχρέωσε να ανέβει στο βουνό στα 17 του χρόνια και να γίνει αντάρτης. Με τη Μικρασιατική Καταστροφή, μετά από πέντε χρόνια αντάρτικης δράσης, κατέφυγε στο Αντλερ της Σοβιετικής Ενωσης, όπου συνελήφθη το 1937. Περιέγραψε ως εξής τη σύλληψή του: «Με έπιασαν στις 18 Δεκεμβρίου 1937. Με πήγαν στη φυλακή του Κρασνοντάρ. Μου ζητούσαν να υπογράψω ότι ανατίναξα το γεφύρι στο Τανγκανρόκ. Εγώ δεν ήξερα ούτε πού βρισκόταν αυτό… Εκεί έφαγα πολύ ξύλο… Στις 12 το βράδυ έρχονται, με παίρνουν για ανάκριση. Με χτυπούσαν και μου έλεγαν να υπογράψω ότι χάλασα το γεφύρι. Με έβαλαν γυμνό σε μια κάμαρα να στέκω όρθιος. Οι τοίχοι γύρω ήταν γεμάτοι καρφιά. Δεν μπορούσες να ακουμπήσεις πουθενά. Εριχναν κρύο νερό πάνω μου. Πρήστηκα. Με έβγαλαν έξω να υπογράψω. Εγώ δεν υπόγραφα. Εκλειναν με το χέρι τους το κείμενο και μου έλεγαν “υπόγραψε”. Τους έλεγα “να διαβάσω τι γράφει και μετά θα το υπογράψω”. Αυτός δεν το φανέρωνε αλλά έβριζε και μου έλεγε “υπόγραψε”. “Ανοίχτε να διαβάσω για να ξέρω γιατί με έχετε εδώ” έλεγα. Τότε άρχιζε το ξύλο. Πολύ ξύλο. Με χτύπαγε ο ένας και μετά με πέταγε στον άλλο. Τα ίδια και αυτός. Μέχρι που σωριαζόμουν κάτω».
Τελικά η Δυάδα των Γιεζόφ και Βισίσκι που υπέγραφε όλες τις καταδίκες ή τις εκτελέσεις -από τον Σεπτέμβριο του ’38 το δικαίωμα υπογραφής δίνεται σε τοπικές Τριμελείς Επιτροπές (τρόικα)- τον καταδίκασε σε 10ετή κάθειρξη. Ο Καραμανίδης περιπλανήθηκε σε διάφορα μέρη στην Απω Ανατολή: Καμτσάτκα, Σαχαλίνη, Βλαδιβοστόκ για να καταλήξει τελικά στα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Μαγκαντάν της Κολιμά. Περιγράφει ως εξής τις συνθήκες διαβίωσης: «Το στρατόπεδο ήταν γεμάτο από Ελληνες. Υπήρχαν απ’ όλα τα έθνη: Ρώσοι, Γεωργιανοί, Πολωνοί, Εγγλέζοι. Δεκαοχτώ χιλιάδες έφεραν με μας εκεί. Από αυτούς επέζησαν οι 300. Οι άλλοι πέθαναν από την πείνα και το κρύο. Μαγειρεύαμε πριονίδι για να τρώμε. Στοίβες ήταν τα πτώματα. Μαυρισμένα ήταν. Εσκαβαν λάκκους 50 μέτρα μήκος και 15 πλάτος. Για να ανοίξουν ένα λάκκο έκαναν 4 με 5 μέρες. Παγωμένο ήταν το χώμα. Δεν σκαβόταν. Εσκαβαν λίγο, μετά έχυναν πετρέλαιο και έβαζαν φωτιά. Ετσι έλιωνε ο πάγος και συνέχιζαν το σκάψιμο. Μετά από λίγο πάλι. Μέχρι να φτάσουν τα τρία μέτρα. Τους πεθαμένους τους έσπρωχναν μ’ ένα τρακτέρ μέσα στο λάκκο. Χιλιάδες ομαδικοί τάφοι υπήρχαν σ’ εκείνους τους κάμπους της Κολιμά… Στη δουλειά μας πήγαιναν 20-30 ανθρώπους. Γύρω μας φαντάροι. Αν κάποιος δεν μπορούσε να περπατήσει τον χτυπούσαν. Το χειρότερο όμως ήταν τα σκυλιά. Οποιος ήταν φυλακισμένος με το άρθρο 58 του ποινικού κώδικα δεν είχε κανένα δικαίωμα. Κι αν πέθαινες και αν σε σκότωναν δεν έδιναν λογαριασμό σε κανένα. Στη φυλακή δεν μιλούσαμε καθόλου. Ο πολιτικός κρατούμενος δεν έχει γλώσσα. Παντού στη στολή είχαμε το νούμερό μας. Εγώ ήμουν το νούμερο 665. Αυτόν είχα μέχρι το τέλος. Οι ποινικοί κρατούμενοι είχαν περισσότερες ελευθερίες».
«Από 25.000 μείναμε 600»
Στην ερευνητική μου περιπλάνηση συνάντησα στη Νέα Σμύρνη και τον Παύλο Κερδεμελίδη. Αλλον έναν ομογενή που είχε βιώσει τη σταλινική βία και είχε ζήσει στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της περιοχής Βορκουτά 12,5 χρόνια. Ο Κερδεμελίδης είχε γεννηθεί στα περίχωρα της Τραπεζούντας του Πόντου και είχε καταφύγει στην Κριμαία της Ρωσίας λόγω της γενοκτονίας που πραγματοποιούσε ο νεοτουρκικός εθνικισμός στα νότια παράλια της Μαύρης Θάλασσας. Τον συνέλαβαν στις 15 Δεκεμβρίου 1937 στην Αλούπκα (παραφθορά της Αλωπεκής Φωλέα, όπως ήταν η αρχαία ελληνική ονομασία της περιοχής). Ηταν ο πρόεδρος της «κοπερατίβας φωτογράφων».
Η σύλληψή του έγινε με τον εξής τρόπο: «Με συνέλαβε η NKVD χωρίς να ξέρω το γιατί. Αργότερα άρχισαν τις ανακρίσεις και μας πήγαιναν από τη Γιάλτα στη Σεβαστούπολη. Στις ανακρίσεις χτυπούσαν με βούρδουλα και ρωτούσαν τι ξέρω γι’ αυτόν ή τον άλλο. Δεκαοχτώ μήνες γίνονταν οι ανακρίσεις… Η κατάθεση που υπόγραψα έλεγε ότι ήμουν σε κάποια ομάδα, ότι θέλαμε να ρίξουμε τη σοβιετική κυβέρνηση».
Με βάση την ομολογία του ο Κερδεμελίδης καταδικάστηκε σε καταναγκαστικά έργα από την Τριμελή Επιτροπή. Μετά από περιπλάνηση σε διάφορα στρατόπεδα συγκέντρωσης τον μεταφέρουν σε στρατόπεδο στην περιοχή Βορκουτά. Περιγράφει με τον εξής τρόπο τη μεταφορά τους στο στρατόπεδο και τις συνθήκες διαβίωσης: «Το 1939 μας φόρτωσαν σε 90 βαγόνια 25.000 άτομα (σ.σ. απ’ όλες τις εθνικότητες) και μας πήγαν στη Σιβηρία. Εκεί ήταν δάση. Μας έβγαλαν, ανοίξαμε δρόμο και φτάσαμε σε μια πεδιάδα. “Εδώ θα μείνετε” μας είπαν. Μέσα στο δάσος, δίχως σπίτια, δίχως τίποτα. Μέσα στο χιόνι. Ετσι, σε έξι μήνες από 25.000 μείναμε 600… Εκεί δουλεύαμε. Κόβαμε ξύλα και τα στοιβάζαμε. Γύρω μας ήταν φαντάροι μ’ αυτόματα. Ολα τα ξύλα σάπισαν εκεί βέβαια. Ηθελαν να μας εξοντώσουν. Οι περισσότεροι πέθαναν. Κανείς ποτέ δεν θα μάθει πόσοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι… Πηγαίναμε για δουλειά τέσσερις τέσσερις. Γύρω τα σκυλιά και τα αυτόματα. Ενα βήμα δεξιά, ένα βήμα αριστερά πυροβολούσαν χωρίς προειδοποίηση».
Μικρό ενδιαφέρον από την ελληνική ιστοριογραφία
Παρότι έχουν περάσει 23 χρόνια από την έκδοση στην Ελλάδα της πρώτης μονογραφίας για εκείνα τα συγκλονιστικά γεγονότα με τίτλο «Ποντιακός Ελληνισμός: Από τη Γενοκτονία και τον Σταλινισμό στην Περεστρόικα», εντούτοις ελάχιστα ενδιαφέρθηκε γι’ αυτά η νεοελληνική ιστοριογραφία. Και ας ακολούθησε η κατάρρευση του κομμουνιστικού κόσμου, ας γέμισαν οι ελληνικές πολιτείες με χιλιάδες απόκληρους πρόσφυγες, ομογενείς και άλλους, του αποτυχημένου σοσιαλιστικού πειράματος του 20ού αιώνα και ας βιώνει ακόμα ο πλανήτης την ανισορροπία που επέφερε το τέλος του διπολικού κόσμου. Η ουδέτερη στάση -ίσως και αδιάφορη, αλλά και κάποιες φορές επιδοκιμαστική των διώξεων- είναι αποκαλυπτική των νεοελληνικών μας ορίων, της περιορισμένης ικανότητας να αντιλαμβανόμαστε τις εξελίξεις στον περιβάλλοντα χώρο, την έλλειψη συναισθημάτων αλληλεγγύης προς πληθυσμούς που υποφέρουν, αλλά και της βαθύτατης αλλοτρίωσης στην οποία έχει περιέλθει ο νέος ελληνισμός.